Εκείνο που, ίσως λόγω παρανόησης, δεν έχει γίνει κατανοητό, είναι πως δεν μπορεί να υπάρξει κανενός είδους ποδοσφαιρική ανάπτυξη, αν απουσιάζουν δύο βασικά πράγματα. Το πρώτο, είναι το θεσμικό πλαίσιο. Οι νόμοι που θέτουν τα όρια και περιγράφουν τα χαρακτηριστικά της ποδοσφαιρικής επιχειριματικότητας. Εδώ, υπάρχει ένα διπλό πλέγμα νόμων. Αυτό που αφορά τις σχέσεις των ομάδων με το κράτος και ένα δεύτερο που αφορά την ταύτιση των ομάδων με τις αρχές της ΟΥΕΦΑ.

Η πολιτεία, ακόμη και με τον τελευταίο αθλητικό νόμο έχει υιοθετήσει μία ελλιπή και αποσπασματική προσέγγιση, που αφήνει ακόμη κενά σε πολλά πεδία. Πουθενά στους αθλητικούς νόμους δεν εγγράφεται η αντίληψη της πολιτείας για την αθλητική επιχειρηματικότητα, γεγονός που δείχνει το πόσο σύγχρονοι είναι αυτοί οι νόμοι. Σε ό,τι αφορά στο δεύτερο βασικό πράγμα που χρειάζεται για την ποδοσφαιρική ανάπτυξη, είναι τα εργοστάσια για την παραγωγή του συγκεκριμένου προϊόντος. Δηλαδή, τα γήπεδα. Χωρίς αυτά δεν μπορούμε να μιλάμε για επαγγελματικό ποδόσφαιρο που στοχεύει να έχει παρουσία στην Ευρώπη. Θυμίζω ότι προϋπόθεση της ποδοσφαιρικής ανάπτυξης στην Αγγλία ήταν και οι επενδύσεις στα γήπεδα. Οσο τα γήπεδα βελτιώνονταν χάρη και στα χρήματα της τηλεόρασης, τόσο περισσότερος κόσμος πλησίαζε το παιχνίδι – προϊόν και άρχισε να το καταναλώνει. Στα γήπεδα και τις τηλεοράσεις. Στην Ελλάδα όπου παρουσιάζονται πολλές στρεβλώσεις, δεν «καταναλώνουμε» το προϊόν ποδόσφαιρο, αλλά τις ομάδες. Και βέβαια ζούμε σε έναν ιδεατό κόσμο.

Ομάδες με μέσο όρο εισιτηρίων που μόλις και μετα βίας φθάνει τις 3.000 έχει προϋπολογισμό που κινείται από 5 και 6 φορές πάνω από τα συνολικά έσοδα των εισιτηρίων. Φυσικά, δεν γίνεται λόγος για επενδύσεις. Τελευταία, όλοι ανακάλυψαν την «επένδυση» των ακαδημιών αλλά ελάχιστοι είναι εκείνοι που πραγματοποιούν αυτή την επένδυση με σχέδιο. Οι πιο πολλοί έχουν την εντύπωση ότι θα βγάλουν ταλέντα που θα τα μοσχοπουλήσουν, με την ευκολία που κάποιος έχει καλλιεργήσει καρπούζια και τέλος Ιουνίου αρχίζει να μαζεύει. Πολύ φοβάμαι ότι την ερχόμενη τριετία θα ζήσουμε απίστευτες υπερβολές στο ζήτημα των ταλέντων, καθώς από την εποχή της εμφάνισης του Νίνη έχει αρχίσει να βρέχει Μέσι και Κριστιάνο Ρονάλντο. Αν κάποιος επιχειρήσει να δει με προσοχή τα στοιχεία της οικονομικής δραστηριότητας των ομάδων της Πρέμιερ Λιγκ για την περασμένη χρονιά, θα διαπιστώσει ότι και οι «πλούσιοι» έχουν χρέη.

Ζημιές ρεκόρ

Σύμφωνα με τα στοιχεία για την περίοδο 2010-11 οι ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ πραγματοποίησαν ρεκόρ εσόδων 2,3 δισ. στερλίνες και συνολικές ζημιές που έφτασαν τα 361 εκατομμύρια στερλίνες. Αυτή τη χρονική περίοδο η Μάντσεστερ Σίτι σημείωσε ρεκόρ ζημιών μέσα σε ένα χρόνο, φτάνοντας τα 197 εκατομμύρια στερλίνες. Επίσης η Σίτι ήταν η μόνη ομάδα από όλες τις ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ, της οποίας το συνολικό ποσό που ξόδεψε για μισθούς και συμβόλαια, ξεπέρασε τα έσοδά της.

Το γεγονός αυτό θα δημιουργήσει πονοκεφάλους και στην ΟΥΕΦΑ και στους λογιστές των Αράβων, καθώς η οκονομική συμπεριφορά της ομάδας θα μπει στο μικροσκόπιο του financial fair play. Η πρόκληση της Σίτι είναι να κατεβάσει -προφανώς- τα έξοδά της και παράλληλα να ανεβάσει τα έσοδά της. Η αύξηση της τιμής των εισιτηρίων, τα μεγαλύτερα μπόνους από την κατάκτηση του πρωταθλήματος και της συμμετοχής τους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, ενδεχομένως και η προσέλκυση περισσότερων χορηγών, να δείξουν μία καλύτερη εικόνα, αλλά ο δρόμος της είναι ακόμη πολύ μακρύς.

Το μικρότερο ποσό που δαπανήθηκε για μισθούς και συμβόλαια το είχε η Μπλάκπουλ με 25 εκατομμύρια στερλίνες, αλλά η ομάδα με το δεύτερο χαμηλότερο μπάτζετ για μισθούς και συμβόλαια, η Γουέστ Μπρόμγουιτς με 40 εκατομμύρια στερλίνες, κατάφερε να μείνει στην κατηγορία. Θα πρέπει επίσης να υπενθυμίσω ότι η περίοδος 2010/11 ήταν η τελευταία στην οποία οι ομάδες συντηρούσαν μεγάλα ρόστερ με πολλούς ποδοσφαιριστές που είχαν μοιραστεί δεξιά κι αριστερά σαν δανεικοί.

Μαζευονται όλοι

Εξετάζοντας καποιος τα στοιχεία, προφανώς και δεν αντιμετωπίζει εκπλήξεις σε ό,τι αφορά τα έσοδα των ομάδων. Εκείνοι που όλοι υποθέταμε ότι θα είχαν τα μεγαλύτερα έσοδα είναι οι συνήθεις ύποπτοι. Τις εκπλήξεις τις συναντά κάποιος στο σύνολο των χρεών των ομάδων. Για παράδειγμα, η Αρσεναλ έχει ένα συνολικό χρέος 98 εκατομμυρίων στερλινών, ενώ η Βίλα έχει 114 εκατομμύρια και η Νιουκάστλ 130. Ακόμη περισσότερα έχει η Φούλαμ, που φτάνει τα 190 εκατομμύρια. Αρσεναλ και Νιουκάστλ μπορούν με ορθολογική διαχείρηση να μειώσουν το χρέος, καθώς έχουν και οπαδική βάση μεγάλη και γήπεδα, πράγμα που δεν διαθέτουν η Αστον Βίλα και η Φούλαμ, πολύ περισσότερο. Να υπενθυμίσω ότι η πρωταθλήτρια Σίτι πήρε από τα τηλεοπτικά δικαιώματα την περίοδο που ολοκληρώθηκε σχεδόν 61 εκατομμύρια. Πώς ανταγωνίζεσαι λοιπόν τέτοια μεγέθη χωρίς, έστω, στοιχειώδη οργάνωση;