Αυτή η ρετρό ιστορία είναι στο πνεύμα των ημερών. Δύσκολη. Δεν ξέρω γιατί και πώς, αλλά τέτοιες μέρες στο μυαλό μου έρχονται αυτοί που έχουν φύγει. Κι οι δυο τελευταίες αναστάσεις έγιναν δυο χιλιάδες χρόνια πριν, γαμώ το φελέκι μου...
Αυτή την Τρίτη, τη Μεγάλη, η ιστορία μου είναι αφιερωμένη στον αρχηγό της γνωστής πια παλιοπαρέας τον έιτις, τον Βαγγέλη τον Πατούσα, που όταν πιτσιρικάδες κλοτσάγαμε την μπάλα στο πλακόστρωτο της πλατείας, εφτά εμείς εφτά κι οι άλλοι, τον βάζαμε λόγω πλατυποδίας σέντερ μπακ κι αυτός έστριβε χωρίς δίπλωμα σαν νταλίκα με ρυμουλκό μετά ρυμουλκουμένου. Τον Πατούσα που δεν έκοβε με τίποτα, δεν έτρεχε με τίποτα και ήταν ο χειρότερος αμυντικός που είχαμε ποτέ, αλλά ήταν φίλος μας κι πάντα έπαιζε βασικός, ακόμα κι όταν τελικά μετακόμιζαν στη γειτονιά οικογένειες με αγόρια στην ηλικία μας. Ακόμα κι αν ξέρανε καλύτερη μπάλα από αυτόν, ακόμα κι αν έτρεχαν περισσότερο. Για να μην τα πολυλογώ, ίσως κι επειδή ήταν ο χειρότερος παίκτης, τον είχαμε κάνει αρχηγό, για να παίρνει τα πάνω του...
Αυτός, πάλι, το πήρε πολύ πάνω του μερικά χρόνια αργότερα, όταν αγόρασε μια μοτοσικλέτα. Κι έβγαλε το άχτι του. Έτρεχε με δαύτην για να βγάλει τα σπασμένα μιας αργής εφηβείας. Κι έτσι, με μεγάλη ταχύτητα, έφυγε από κοντά μας ανάμεσα στα σπασμένα τα δικά του και τα σπασμένα της μοτοσικλέτας του.
Διαβάστε τη συνέχεια στη σελίδα του Μίλτου στο facebook...