...αφού αυτός ο ρόλος που έχει στο παιχνίδι τον κάνει ουσιαστικά τον σέντερ φορ της ομάδας σε ένα σύστημα που δεν υπάρχει «9» με την κλασική έννοια. Κάποτε ο (σημερινός πρόεδρος της ΟΥΕΦΑ) Μισέλ Πλατινί είχε αναφερθεί ελαφρώς απαξιωτικά στον Ρομπέρτο Μπάτζιο (σκίτσο), όταν τον ρώτησαν αν του μοιάζει σε στυλ. «Ο Ρόμπι δεν είναι δεκάρι όπως ήμουν εγώ, αλλά περισσότερο εννιαμισάρι». Τα χρόνια πέρασαν και αυτό που ήταν ο Μπάτζιο, που οργάνωνε αλλά και εκτελούσε, το κάνει σήμερα με τον καλύτερο τρόπο ο Μέσι. Και ασίστ βγάζει, αν και ξεκινά τυπικά σαν εξτρέμ ενώ ουσιαστικά είναι ο σέντερ φορ. Ενας φορ εντελώς διαφορετικός από τον Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς, γεγονός που αποτέλεσε και την ταφόπλακα του Σουηδού στο «Καμπ Νόου» και εκτόξευσε την ομάδα του Γκουαρντιόλα σε άλλα επίπεδα μόλις αποκτήθηκε ο Βίγια, που όπως και ο Σάντσεζ ταιριάζουν γάντι σε ομάδα που θέλει επιθετικούς που εναλλάσσονται. Είναι αυτό που ο Τζόναθαν Γουίλσον, πριν από λίγα χρόνια στο βιβλίο του «Inverting the pyramid» υποστήριξε σαν ρόλο με την έννοια «πολυλειτουργικός φορ». Τον διατύπωσε πρώτος ο Κάρλος Αλμπέρτο Παρέιρα, προπονητής της Βραζιλίας στο Μουντιάλ του 1994. Ο άνθρωπος που οδήγησε τη Βραζιλία στον τέταρτο παγκόσμιο τίτλο της (και πρώτο μετά το Μεξικό το 1970, που ήταν το κύκνειο άσμα του Πελέ) έλεγε πως μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 2000 όλες οι ομάδες θα χρειάζονται τέτοιους κυνηγούς και όχι τους παλιούς σέντερ φορ που η δουλειά τους ήταν μόνο να σκοράρουν. Εχω ξαναπεί πως η μόνη ένστασή μου σε αυτό έγκειται στο ότι από τα τέλη της δεκαετίας του '60 ακόμα υπήρχαν προπονητές που είχαν καταλάβει την ανάγκη του πολυλειτουργικού φορ. Απλά δεν τον ονόμαζαν έτσι!
Ο Ρίνους Μίχελς πιστώθηκε (και σωστά) το ξεκίνημα του Total Football, αλλά δεν ήταν ο μόνος που έπαιζε με αυτόν τον τρόπο. Την ίδια εποχή ο Ερνστ Χάπελ στη Φέγενορντ, που κατέκτησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών πριν από τον Αγιαξ, χρησιμοποιούσε το ίδιο σύστημα και είχε στο πρόσωπο του Σουηδού Ούβε Κίντβαλ ένα πολύ πρωτοποριακό σέντερ φορ. Ο Κίντβαλ γύριζε στα χαφ, έπαιζε και στα άκρα και δημιουργούσε χώρους. Στη συνέχεια ο Χάπελ έκανε επιτυχίες και με τη Φ.Κ. Μπριζ στο Βέλγιο, φτάνοντας σε έναν τελικό Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ και ένα τελικό Πρωταθλητριών έχοντας τον Ραούλ Λαμπέρτ σε τέτοιο ρόλο. Η απουσία του Λαμπέρτ λόγω τραυματισμού από τον τελικό του 1978 με τη Λίβερπουλ ήταν καθοριστική για τα πλάνα του Χάπελ. Την ίδια εποχή ο Ντίτμαρ Κράμερ στην Μπάγερν κατάφερε να κερδίσει έναν τελικό κόντρα στη Λιντς Γιουνάιτεντ (εκτός από τη βοήθεια της διαιτησίας του Γάλλου Κιτμπατζιάν) γιατί έκανε ένα τρικ με τον Γκερντ Μίλερ. Τον πήρε από τη θέση του σέντερ φορ και τον έβαλε δεύτερο χαφ μαζί με τον Ροτ, αποπροσανατολίζοντας την αγγλική ομάδα. Ο Κράμερ, σπουδαίος ποδοσφαιράνθρωπος που πέρασε από τον Αρη στις αρχές της δεκαετίας του '80, έλεγε συνέχεια πως θα ήταν πιο χρήσιμος αν αναλάμβανε τις ακαδημίες από την πρώτη ομάδα! «Αν τα παιδιά μάθουν σωστά να παίζουν πολλές θέσεις από τα 11 έως τα 14 χρόνια, μετά θα είναι πάντα χρήσιμοι στις ομάδες τους. Στην επαγγελματική ομάδα δεν υπάρχουν πολλά που μπορείς να αλλάξεις», υποστήριζε. Και μου εξηγούσε στη συνέντευξη που του είχα πάρει το 1982 για την «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ», πως ο Γκερντ Μίλερ αν και σέντερ φορ κλάσης (489 γκολ σε 565 ματς), είχε μάθει στις ακαδημίες της Μπάγερν τόσο σωστά το ποδόσφαιρο, που ήξερε να προσαρμόζεται σε οποιαδήποτε τακτική!
Τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '70 ο Ερυθρός Αστέρας του Μίλαν Μίλιανιτς έκανε σπουδαίες εμφανίσεις με τον Οστοϊτς να μπορεί να αγωνιστεί και μέσα αλλά και έξω από την περιοχή, όπως και με την εθνική Γιουγκοσλαβίας που χρησιμοποιούσε τον Ντούσαν Μπάγεβιτς σε τέτοιο ρόλο. Ο τρόπος παιχνιδιού του εντυπωσίασε τόσο πολύ τον Σαντιάγκο Μπερναμπέου, που τον πήρε αμέσως μετά το Μουντιάλ του 1974 στη Ρεάλ, αφού έψαχνε προπονητή για να αντικαταστήσει έπειτα από 14 χρόνια τον Μιγκέλ Μουνιόθ. Η δεκαετία του '80 είδε πολλούς τέτοιους παίκτες να κάνουν σιγά σιγά όνομα, ακόμη και αν πολλοί προπονητές δεν πέταγαν τη σκούφια τους με την ιδέα. Ο Γκους Χίντινκ όταν πούλησε τον Ρουντ Γκούλιτ στη Μίλαν το 1987, προτίμησε στην Αϊντχόφεν τον Βιμ Κιφτ και τον Χανς Γκιλχάουζ για αντικαταστάτες. Κανείς από τους δύο δεν είχε το ταλέντο του Γκούλιτ, αλλά η συνεισφορά τους στο σύνολο ήταν πολύ σημαντική και τον Μάη του 1988 οδήγησαν την PSV στην κατάκτηση του μοναδικού της Κυπέλλου Πρωταθλητριών.
Ο Βαλερί Λομπανόφσκι, που τη δεκαετία του '70 είχε ήδη δημιουργήσει την πρώτη μεγάλη Ντιναμό Κιέβου, διέθετε τότε τον Ονισένκο σε ρόλο πολυλειτουργικού φορ (τα δύο γκολ του στον τελικό του Κυπελλούχων με τη Φερεντσβάρος το 1975 ήταν η κλασική απόδειξη) δίπλα στον εξαίσιο Ολεγκ Μπλαχίν αλλά με τον Ζαβάροφ και τον Μπελάνοφ το 1986 έφτασε μία ανάσα από το τέλειο!
Ο Αρίγκο Σάκι προτίμησε τον Μάρκο φαν Μπάστεν για σέντερ φορ στη Μίλαν, που επί μία διετία ήταν αχτύπητη στα τέλη της δεκαετίας του '80, επειδή είχε την ικανότητα ακόμη και να φτιάχνει παιχνίδι, ενώ στην Ιντερ και την εθνική Γερμανίας τέτοιο ρόλο είχε πολύ πετυχημένα ο Γιούργκεν Κλίνσμαν.
Ο Κάρλος Αλμπέρτο Παρέιρα διαπίστωσε το 1994 πως ο Ρομάριο ήταν πιο μπροστά από την εποχή του. Και αυτό τον έκανε αληθινά ξεχωριστό και του έβαλε στο στόμα τα λόγια πως το ποδόσφαιρο κάποια μέρα θα είχε σύστημα 4-6-0. Η Ρόμα του Σπαλέτι, με τον Τότι να παίζει αψεγάδιαστα αυτόν τον ρόλο, ήταν από τις πρώτες ομάδες που το εφάρμοσαν. Ο σερ Αλεξ Φέργκιουσον είναι από εκείνους που θα συμφωνούσε ξεκάθαρα σε μία τέτοια κουβέντα, αφού η Γιουνάιτεντ που το 2008 κατέκτησε το Τσάμπιονς Λιγκ είχε τέτοιο σύστημα με τον Ρονάλντο και τον Ρούνεϊ να εναλλάσσονται σε ρόλο σέντερ φορ και να σκοράρουν κατά ριπάς. Η τωρινή Γιουνάιτεντ, που δημιουργεί ξανά ο Σκωτσέζος στο « Ολντ Τράφορντ», είναι φτιαγμένη σε αυτή τη λογική. Η Ιντερ του Μουρίνιο, που πήρε το τρεμπλ το 2010, είχε στο πρόσωπο του Μιλίτο έναν τέτοιο κυνηγό. Γενικά πάντως ο πολυλειτουργικός φορ είναι η μόδα της εποχής χωρίς να σημαίνει πως ομάδες με τον παραδοσιακό φορ (Γκόμεζ στην Μπάγερν, Τζέκο στη Σίτι, Ιμπραΐμοβιτς στη Μίλαν) δεν έχουν επιτυχίες, αλλά πλέον αυτό είναι μειοψηφία και όχι κανόνας. Και φυσικά σε όλα τα πράγματα τη διαφορά την κάνει η ποιότητα αυτών που διαθέτεις και όχι ο ρόλος που βαφτίζεις κάποιον παίκτη σου.
ΠΗΓΗ: Sportday