Η «γκρίνια» αυτή θα πέρναγε ίσως απαρητήρητη εάν ήταν η πρώτη φορά που την εκδήλωνε, έλα όμως που είναι η πολλοστή... Τις προηγούμενες μέρες διαβάζαμε στα ρεπορτάζ ότι από τη στιγμή που έγιναν γνωστές οι κλήσεις για το φιλικό με το Βέλγιο, ο Μήτρογλου «ήταν στεναχωρημένος και εξέφραζε την απορία του για το συμβάν στους συμπαίκτες του στον Ατρόμητο». Αν πάμε λίγο πιο πίσω, θα θυμηθούμε ότι πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο που είχε στυλώσει τα πόδια στην ιδέα ότι θα πάει ως δανεικός στον Πανιώνιο, διότι δεν συμβιβαζόταν με την ιδέα ότι ο προπονητής του τον θεωρεί «περιττό/ανεπιθύμητο» στο ρόστερ. Πρόκειται επίσης για τον ίδιο άνθρωπο που έβρισκε άδικη τη μη χρησιμοποίησή του στον Ολυμπιακό, μετά το σερί παιχνιδιών που είχε πάρει ελλείψει έτερου ικανού επιθετικού.

Λίγες μέρες πριν κλείσει τα 24 χρόνια του, και διαμένοντας πλέον σχεδόν πέντε χρόνια στην Ελλάδα, ο γερμανοθρεμμένος φορ φαίνεται πως πιστεύει ακόμα πως η «όσφρηση του γκολ» που διαθέτει (πρέπει να) είναι ικανή να του ανοίγει όλες τις πόρτες. Έχοντας πετύχει συνολικά 33 γκολ σε 79 αγώνες, θεωρεί πως το striking rate του θα όφειλε τουλάχιστον να του εξασφαλίζει μια θέση ανάμεσα στους Γκέκα, Σαλπιγγίδη, Σαμαρά και Λυμπερόπουλο κι ότι εφόσον αυτό δεν συμβαίνει κάτι άλλο πρέπει να φταίει. Ίσως ο καιρός, ίσως ότι τον ζηλεύουν, ίσως ο Σάντος, ίσως ο Βαλβέρδε ή η κακιά μοίρα.

Αυτό, αντιθέτως, που δεν δείχνει να βασανίζει τη σκέψη του είναι για ποιο λόγο όλοι του λένε να προσπαθεί περισσότερο στις προπονήσεις. Γιατί να μην τον αγαπάνε όλοι, όπως ο Γιώργος Δώνης ή ο Σωκράτης Κόκκαλης; Έλα μου ντε... Ο ίδιος, ανώριμος ων, μπορεί να εξιδανικεύει εαυτόν και το παράπονο που εκφράζει να είναι αυθόρμητο. Αυτό είναι ανθρώπινο. Αν και όταν, όμως, καταφέρει να φέρει τη λογική πλάι στο συναίσθημα, σύντομα θα κατανοήσει ότι οι προπονητές (ειδικά του ΟΣΦΠ και της εθνικής, που κάνουν αποδεδειγμένα προσεκτική διαχείριση υλικού) τα βλέπουν όλα μαζί σε έναν ποδοσφαιριστή -αγωνιστικά και μη χαρακτηριστικά, αρνητικά και θετικά- και τα κρίνουν όλα μαζί πριν πάρουν τις αποφάσεις τους.

Η βαθύτερη αυτή συνειδητοποίηση θα διώξει από το μυαλό του τα φαντάσματα που τον τυρρανούν και θα τον φέρει πιο κοντά στην αλήθεια που ορίζει ότι δεν «βρίσκεσαι στην εθνική επειδή το αξίζεις», αλλά ότι αξίζεις επειδή ακριβώς βρίσκεσαι στην εθνική.

ΠΗΓΗ: Sport-fm.gr