Και όποιος αμφιβάλλει, δεν έχει παρά να ρωτήσει τον Ακη και τον Σαχπατζίδη, τον Μάκη και τον Μπέο. Η Ελλάδα αλλάζει και αν θα γίνει καλύτερη ή χειρότερη είναι ένα ερώτημα. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ποτέ πια δεν θα είναι η ίδια.
Πριν από 20 χρόνια ένα ένταλμα θα είχε πάει στο σπίτι του Ακη, 200 αυριανιστές θα είχαν κατασκηνώσει στον πεζόδρομο της Διονυσίου του Αρεοπαγίτου και ο Ακης θα έλεγε ότι δεν θα απολογηθεί στο δικαστήριο της Δεξιάς, αλλά η Δεξιά στο δικαστήριο του λαού. Πριν από πέντε χρόνια θα τον είχε φωνάξει ο ανακριτής, ο Ακης θα είχε απολογηθεί «διά υπομνήματος» και τρεις καθηγητές και πέντε έγκριτοι ποινικολόγοι θα εξέφραζαν γνώμη αν η κλήση του Ακη είναι συνταγματικά σύννομη. Σήμερα δύο αστυφύλακες πάνε στο σπίτι του Ακη, τον μαζεύουνε και οι αυριανιστές έχουν τελειώσει, ενώ στους έγκριτους ποινικολόγους ο Λυκουρέζος έχει τα δικά του προβλήματα με την έφεση για την Αιξωνή για να κάθεται να ασχολιέται με τα προβλήματα του Ακη.
Πριν από 20 χρόνια ένας ανακριτής ονόματι Θρασύβουλος Βούλευμας θα αναλάμβανε την υπόθεση του Σαχπατζίδη, τρεις μέρες στην τηλεόραση θα μιλάγανε αν η σύλληψη του Βορειοελλαδίτη επιχειρηματία αποτρέπει τις επιχειρηματικές δραστηριότητες και άλλων στα Βαλκάνια και έπειτα από δύο χρόνια ο Βούλευμας θα είχε απαλλάξει τον Σαχπατζίδη διά βουλεύματος. Πριν από πέντε χρόνια δέκα χιλιάδες παοκτζήδες θα είχαν συγκεντρωθεί στην Καμάρα και θα έκαναν πορεία επειδή τα κέντρα εξουσίας της Αθήνας προσπαθούν να σταματήσουν τη μεγάλη πορεία του ΠΑΟΚ. Σήμερα κανείς δεν κοτάει να κουνηθεί και οι δέκα χιλιάδες παοκτζήδες έχουν άλλα να σκεφτούν από τα προβλήματα του Σαχπατζίδη, εκτός αν κάποιοι μαζευτούν και ξεχαρμανιάσουν από τα προβλήματά τους παίζοντας ξύλο με τα ΜΑΤ.
«Τα κaνουν για τα μάτια του κόσμου» βάζει το κασετόφωνο η Αριστερά, που τρέμει ότι η Ελλάδα μπορεί να αλλάξει χωρίς αυτήν και δεν θα έχει ρόλο να παίξει. Και εν μέρει έχει δίκιο. Για τα μάτια του κόσμου μάζεψαν τον Σαχπατζίδη και τον Ακη, για τα μάτια του κόσμου συνέλαβαν για χρέη τον Γαβαλά και τον Φυντανίδη, για τα μάτια του κόσμου γίνονται οι επιχειρήσεις «σκούπα» στο κέντρο της Αθήνας και για τα μάτια του κόσμου να φανεί ότι κάτι κινείται πριν τις εκλογές, μπορεί να γίνονται όλα. Το ζητούμενο όμως δεν είναι αν γίνεται κάτι για τα μάτια του κόσμου, αλλά να γίνεται. Και στην Ελλάδα που έμαθε να ζει στην ανοχή, κάτι έχει αρχίσει να κουνιέται.
Στο Αρης - Αστέρας Τρίπολης τα πραγματικά γεγονότα δεν αμφισβητούνται. Κάποιοι πέταξαν και ξαναπέταξαν μπουκάλια, το ματς διακόπηκε επειδή ένα χτύπησε τη βοηθό και δεν συνεχίστηκε επειδή η βοηθός δεν μπορούσε να συνεχίσει από ψυχολογικά προβλήματα που της δημιούργησε η επίθεση. Το να αναφέρονται τα ματς της Σαν Πάουλι με τη Σάλκε, που το ματς διακόπηκε από ρίψη ενός πλαστικού κυπέλλου με καφέ ή της Γρανάδα με τη Μαγιόρκα που συνεχίστηκε, ενώ στη διακοπή ο βοηθός είχε φύγει αιμόφυρτος από πέταγμα ομπρέλας, είναι θέμα επιλογής. Είναι πώς θέλεις να είναι το ποδόσφαιρό σου, να διακόπτονται τα ματς στο πέταγμα ενός καφέ, να συνεχίζονται στο πέταγμα μιας ομπρέλας ή να μην πειράζει και να σκοτώσουνε τον επόπτη, αφού υπάρχει ο τέταρτος να τον αντικαταστήσει;
Στο ποδόσφαιρο φτάσαμε στο 2012, στα γήπεδα να υπάρχουν Αστυνομία, σεκιούριτι, παρατηρητές της λίγκας, παρατηρητές της ΔΕΑΒ και κάμερες του γηπέδου για να βασίζεται η όποια απόφαση για το ματς του Χαριλάου στο «τι έγραψε στο φύλλο αγώνα ο διαιτητής». Τι έγραψε δηλαδή ο Τριτσώνης που εκτός από την επίθεση στην Κουρομπύλια, είχε να μιλάει με τους παράγοντες και παίκτες του Αστέρα και του Αρη, να αποφασίσει τι πρέπει να κάνει για να συνεχιστεί το ματς και να μιλάει στο τηλέφωνο με την ΚΕΔ για το τι νομίζει ότι πρέπει να γίνει. Η εικόνα ενός ποδοσφαίρου ασορτί με ένα κράτος που χαλάει τα κέρατά του σε high tech gimmicks και μεροκάματα και περιμένει την αλήθεια από ένα χαρτί που θα συντάξει ένας άνθρωπος, ακριβώς όπως γινόταν πριν από 50 χρόνια, όταν διαιτητές ήταν ο Κορκίδης και ο Λέλος Βαμβακόπουλος.
Στο πρoβλημα της βίας, το ποδόσφαιρο δεν χρειάζεται ούτε ΔΕΑΒ, ούτε νέες κάμερες, ούτε ηλεκτρονικό εισιτήριο, ούτε νέα νομοσχέδια που θα ορίζουν τον ρόλο των σεκιούριτι όταν πετάνε μπουκάλια στους επόπτες. Κανένας 60χρονος δεν θα σταματήσει να ρίχνει μπουκάλια επειδή αντί του ενός παρατηρητή της ΔΕΚΑΒ θα τον κοιτάνε δύο, επειδή η κάμερα που θα τον γράφει θα έχει resolution 720 pi και επειδή αντί για δύο σεκιούριτι, που στο Χαριλάου του είχανε πιάσει την κουβέντα, θα του μιλάει μισή ντουζίνα. Χρειάζεται έναν αστυφύλακα ή σεκιούριτι που θα τον τραβάει φωτογραφία και έναν που θα ανέβει στην κερκίδα να τον μαζέψει και να τον παραδώσει στην
Αστυνομία για το αυτόφωρο. Και δεν χρειάζεται να καταδικαστεί. Ενα βράδυ στο αυτόφωρο και ένα χαμένο μεροκάματο για να τραβιέται στο δικαστήριο, για έναν 60χρονο είναι αρκετό για να πίνει όλο του το νερό αντί να το πετάει στους επόπτες.
Αντί να πουν ένα συγγνώμη και να ελπίσουν ότι καλύτερα να έχουν τον Κοντοβαζαινίτη να λέει ότι το μπουκάλι δεν την πέτυχε αριστερά αλλά δεξιά και να ψάχνουν να βρουν το σκοτεινό σχέδιο της βοηθού, που βρέθηκε στην πορεία του. Ο Πάγκαλος του ελληνικού ποδοσφαίρου, που αυτός φταίει για όλα, έχει όνομα και λέγεται Κουρομπύλια.
ΠΗΓΗ: Sportday