Οι μισοί τον έλεγαν «La tempesta perfetta» (aka «η τέλεια καταιγίδα») και οι άλλοι μισοί του απευθύνονταν με το «Μαχάτμα». Περισσότερο από δείγμα μπλεξίματος σε σχέση με τα ποδοσφαιρικά του χαρακτηριστικά και πλήρωση της ανάγκης να παρομοιάζουμε αθλητές με φυσικά φαινόμενα και ιστορικές προσωπικότητες, τα παρατσούκλια αυτά αποτυπώνουν το πως μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα μπορεί να ενσωματώνει και το καταιγιστικό στιλ και την ηρεμία που φέρνει η εμπειρία στην ίδια καριέρα.
Ο Νέστα γνώρισε δύο ομάδες στη ζωή του: Πρώτα τη Λάτσιο στης οποίας τις ακαδημίες εντάχθηκε στα 9 του, για να βγεί από εκεί ολοκληρωμένος και διάσημος ποδοσφαιριστής στα 26 του, και τη Μίλαν -με την οποία αγωνίστηκε την τελευταία δεκαετία. Στην Λάτσιο βρέθηκε λόγω μπαμπά-οπαδού, παρότι σκάουτ της Ρόμα ήταν αυτός που διέγνωσε πρώτος το ταλέντο του, και κατάφερε να γίνει αρχηγός και σύμβολό της την περίοδο της ακμής της (τριετία 1998-2000), αν και είχε την ατυχία να έχει συμμετάσχει -στην πρώτη του σεζόν ως επαγγελματίας- στο συμβάν την ώρα της προπόνησης που είχε ως αποτέλεσμα το σπάσιμο του ποδιού του Πολ Γκασγκόιν.
Είναι βέβαιο ότι αν η Λάτσιο δεν έμπαινε, ελέω Κρανιότι και Cirio, σε σοβαρές οικονομικές περιπέτειες, ο Νέστα θα γινόταν ο «Τότι» της. Αντ’ αυτού, με αντάλλαγμα 31 εκ. ευρώ μετακόμισε στο Μιλάνο. Κι εκεί πιστός παρέμεινε, με τον τρόπο του. Το βασικό όμως είναι ότι συνέχισε να εξελίσσει το παιχνίδι του, να κατακτάει ομαδικούς και ατομικούς τίτλους και να γαλουχεί τους δεκάδες κεντρικούς αμυντικούς που κατά καιρούς στάθηκαν στο πλάι του. Μπορούσε να το κάνει αυτό ο Νέστα, γιατί έφτασε ψηλά μικρός και γιατί ήταν ο χαρακτήρας του τέτοιος.
Για όσο καιρό δεν ταλαιπωρούνταν από τραυματισμούς -και μέχρι να τον καταβάλλει η βιολογική φθορά- η απόδοσή του ήταν σταθερά υψηλή. Πάντα οξυδερκής στο «διάβασμα» του παιχνιδιού, πάντα καλός στον χρονισμό της επέμβασης, πάντα καλός στο ψηλό παιχνιδι και στο να δίνει κατεύθυνση στην άμυνα. Μαζί με αυτά σπανίως εριστικός και κάθε άλλο παρά «βρώμικος», ο Νέστα μένει στην ιστορία ως κορυφαίος στόπερ στο πλάι των Μπαρέζι, Μαλντίνι, Κοστακούρτα, Μπέργκομι και τόσων άλλων γιατί το κέρδισε με τον ιδρώτα του.
Ίσως να παίξει 1-2 χρόνια ακόμα μπάλα, στο MLS ή κάπου αλλού. Για ‘μας πάντως το «κοντέρ» σε ό,τι τον αφορά σταματάει εδώ. Καταγράφει τα 579 παιχνίδια του σε 19 χρόνια επαγγελματικής καριέρας, τα δύο Τσάμπιονς Λιγκ, το ένα Ουέφα, τα τρία πρωταθλήματα Ιταλίας και τα άλλα τόσα κύπελλα που έχει κατακτήσει και του βγάζει το καπέλο. Ο Νέστα έδωσε όλο του το ταλέντο και την καρδιά του στο ποδόσφαιρο. Και η αρετή που κατέθεσε στο χορτάρι μένει στη μνήμη ως παρακαταθήκη, από αυτές που προάγουν το άθλημα και είναι εκεί για να μας θυμίζουν «τις βασικές του τις αρχές».
ΠΗΓΗ: Sport-fm.gr