Οι αντίδικοι χρειάστηκε να εξαντλήσουν όλα τα ένδικα μέσα και να υποστούν την αντίστοιχη ταλαιπωρία, ξοδεύοντας σχεδόν μια... ζωή για να βρουν το δίκιο τους. Πιστέψτε μας, δεν σας κάνουμε κάποιο αστείο.

Γεγονός είναι πως η συγκεκριμένη υπόθεση δεν μπορεί να διεκδικήσει κάποιο ρεκόρ, γιατί απλούστατα δεν πρόκειται για κάποιο μοναδικό περιστατικό, αλλά μάλλον για μια συνηθισμένη κατάσταση στα ελληνικά δικαστικά πράγµατα.

Όσοι από εσάς δεν είχατε την «τύχη» να βιώσετε μια σχετική εμπειρία με την απόδοση δικαιοσύνης στη χώρα μας, είναι προφανές πως δεν θα γνωρίζετε πως αυτοί είναι οι πραγματικοί ρυθμοί.

Και επαναλαμβάνουμε, δεν σας κάνουμε πλάκα. Κατά μέσο όρο στην Ελλάδα, απαιτούνται περισσότερα από δέκα χρόνια, για να τελεσιδικήσει µια υπόθεση. Ο προσδιορισµός της εκδίκασης από τον έναν βαθµό στον άλλον µπορεί να πάρει έως και πέντε χρόνια. Εν ολίγοις, είναι πολύ πιθανό κάποιος να έχει ήδη εκτίσει την ποινή που του επιβλήθηκε στον έναν βαθµό, µέχρι να δικαστεί στον επόµενο.

Οι αιτίες αυτής της κατάστασης είναι απλές. Πρωτίστως, οι κατάλογοι με τις υποθέσεις είναι πολύ μεγάλοι και δευτερευόντως η έλλειψη δικαστών και δικαστικών υπαλλήλων, που οδηγεί σε υποστελεχωµένα δικαστήρια στη χώρα μας, που πληθυσμός έχει τάσεις δικοµανίας.

Επίσης, η απουσία τεχνικής υποστήριξης, µε αποτέλεσµα τα πρακτικά να τηρούνται ακόµη σε χειρόγραφα, οπότε για να καθαρογραφεί µια απόφαση και άρα να ισχύσει, µπορεί να περάσουν... τρία χρόνια.

Παράλληλα, η ευθυνοφοβία κάποιων δικαστών, οι οποίοι για να αποφύγουν ενδεχόµενες υπόνοιες ευνοϊκής µεταχείρισης παραπέµπουν όλες τις υποθέσεις στο ακροατήριο. Το ίδιο το νοµοθετικό πλέγµα µε τις πολυδαίδαλες διαδικασίες, τις µακροχρόνιες προκαταρκτικές διαδικασίες, τις εύκολες και συνεχείς αναβολές µε απίθανα προσχήµατα, όλα αυτά ακυρώνουν την έννοια απονοµής δικαιοσύνης και ταλαιπωρούν τους πολίτες. Ακόµη και όταν το επείγον της εκδίκασης είναι προφανές, η κεκτηµένη βραδύτητα της Δικαιοσύνης παραµένει αµετάβλητη. Μόλις χθες π.χ. το δικαστικό σίριαλ της Κερατέας έλαβε ακόµη µία αναβολή!

Όπως παραδέχονται και δικαστές, αυτή η καθυστέρηση πλησιάζει στην αρνησιδικία.

Αλλά πλησιάζει και στην εθνική αυτοκαταστροφή, αφού όταν οι υποψήφιοι επενδυτές πληροφορούνται αυτό το πολυπλόκαµο σύστηµα, κάνουν µεταβολή.

Με τόσο αργή απονοµή δικαιοσύνης, ο διασυρµός της καταδίκης από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είναι το λιγότερο...
Το χειρότερο είναι αυτό που υφίσταται όποιος προσπαθήσει να βρει το δίκιο του ακολουθώντας αναγκαστικά τον λαβύρινθο των ελληνικών δικαστηρίων.

Η κατάσταση αυτή πρέπει να αλλάξει αµέσως για να µπορεί να διεκδικεί η χώρα τον τίτλο ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους.

Η αιτία της καταδίκης όπως δημοσιεύεται στα σημερινά «ΝΕΑ»

«Όταν αγόρασα το µαγαζί και πήγα για πρώτη φορά στα δικαστήρια ήµουν 39 ετών και σήµερα είµαι 65. Αν γνώριζα πόσα χρόνια θα περνούσαν για να βρω το δίκιο µου, θα τα είχα παρατήσει από την αρχή. Ήμουνα νιος και γέρασα».

Είκοσι έξι χρόνια (και 7 δίκες) κρατά η δικαστική Οδύσσεια για τον Βαγγέλη Πεσµατζόγλου, για τον οποίο η δικαίωση ήρθε τελικά από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο που καταδίκασε τη χώρα µας για καθυστέρηση στην απονοµή δικαιοσύνης και επιδίκασε χρηµατική αποζηµίωση σε εκείνον και τη σύζυγό του.

Η περιπέτειά του στα ελληνικά δικαστήρια χρονολογείται από το 1985. Τότε που µαζί µε τη σύζυγό του αγόρασε ένα µικρό ακίνητο στο Αιγάλεω για να στεγάσει την επιχείρηση παιχνιδιών που είχε. Πράγµατι ήρθε σε συµφωνία µε την πωλήτρια, υπέγραψε προσύµφωνο αγοράς και κατέβαλε τίµηµα για την απόκτησή του. Εκείνη όµως υπαναχώρησε, βρήκε άλλη αγοράστρια που έδινε περισσότερα χρήµατα και όπως προκύπτει και από τη δικογραφία δεν επέστρεψε στο ζευγάρι το ποσό που της είχε καταβάλει. Το νεαρό, την εποχή εκείνη, ζευγάρι αποφάσισε να προσφύγει στα δικαστήρια για να βρει το δίκιο του και να πάρει πίσω το µαγαζί του.

Με µεγάλη καθυστέρηση, που έφτανε τα δέκα χρόνια, εκδόθηκε η απόφαση σε πρώτο βαθµό δικαιώνοντας τους αρχικούς αγοραστές.

Μόνο που η πωλήτρια και η µεταγοράστρια, όπως είχαν δικαίωµα, προσέφυγαν στο Εφετείο. Η δικαίωση ήρθε για δεύτερη φορά για τον κ. Πεσµατζόγλου και τη σύζυγό του, αλλά δεν είχε αντίκρυσµα, καθώς οι αντίδικοι εξαντλώντας τα ένδικα µέσα που τους παρέχει ο νόµος προσέφυγαν στον Άρειο Πάγο.

Η υπόθεση έφτασε µέχρι την Ολοµέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, που αναίρεσε την απόφαση του Εφετείου.

Το Εφετείο που ξαναδίκασε την υπόθεση, έπειτα από 21 χρόνια απέρριψε την αγωγή του κ. Πεσµατζόγλου στερώντας του ουσιαστικά το ακίνητο. Ήταν πια η δική του σειρά να προσφύγει στον Άρειο Πάγο. Οι ανώτατοι δικαστές αναίρεσαν την απορριπτική απόφαση του Εφετείου. Η δίκη έγινε για τρίτη φορά. Στις 29 Οκτωβρίου 2009 το Εφετείο ξαναδικαίωσε το ζευγάρι που είχε συμπληρώσει 22 χρόνια δικαστικού αγώνα.

«Αφού δεν µπόρεσα να βρω το δίκιο µου στα ελληνικά δικαστήρια αναγκάστηκα να προσφύγω στα ευρωπαϊκά. Η απόφαση µε δικαίωσε, αλλά τότε που εγώ χρειαζόµουν το µαγαζί που είχα αγοράσει για να δουλέψω, δεν το είχα… Δεν θέλω ούτε ο εχθρός µου να ταλαιπωρηθεί όπως εγώ όλα αυτά τα χρόνια», συµπληρώνει ο κ. Πεσµατζόγλου.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο υποχρεώνει το Δηµόσιο να πληρώσει χρηµατική ικανοποίηση στον κ. Πεσµατζόγλου και τη σύζυγό του 24.000 ευρώ. Οι δικηγόροι του ζευγαριού Ανδρέας και Αλέξης Αναγνωστάκης θεωρούν την απόφαση του δικαστηρίου του Στρασβούργου ιδιαίτερα σηµαντική γιατί καταδικάζει «τους τυπολατρικούς µηχανισµούς και τα αργά βήµατα της Δικαιοσύνης».

Η τελευταία πράξη πάντως, για την ελληνική Δικαιοσύνη δεν έχει ακόµα γραφτεί, καθώς η άλλη πλευρά έκανε αίτηση αναψηλάφησης της υπόθεσης. Κανείς δεν είναι σε θέση λοιπόν να προσδιορίσει πότε θα τελειώσει αυτή η διαµάχη.

Πηγή: newstoday.gr