Η Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν επιδιώκει ρόλο στα μεσανατολικά πράγματα. Αλλά δεν είναι πολλοί στην περιοχή που καλωσορίζουν την παρεμβολή της.
Αρχικώς η Άγκυρα επιδίωξε να μεσολαβήσει μεταξύ του Ισραήλ και της παλαιστινιακής πλευράς για να επιτύχει κατάπαυση του πυρός και ανταλλαγή κρατουμένων στη Γάζα. Όμως τον ρόλο αυτό ανέλαβαν (και μάλιστα καταγράφοντας μια πρώτη επιτυχία) η Αίγυπτος και το Κατάρ.
Οι προσπάθειες της Τουρκίας είχαν ξεκινήσει ήδη πριν από την ανάφλεξη της 7ης Οκτωβρίου. Οι δεσμοί της γείτονος με τη Χαμάς ήσαν ισχυροί ήδη από το 2010, οπότε η αιματηρή ισραηλινή επιδρομή στον Στολίσκο Ελευθερίας, περί το τουρκικό πλοίο Mavi Marmara, ενώ αυτός βρισκόταν στα διεθνή ύδατα με προορισμό την αποκλεισμένη Λωρίδα της Γάζας, έπληξαν βαρύτατα τις τουρκο-ισραηλινές (πολιτικές) σχέσεις. Άλλωστε, μετά το ξέσπασμα του πολέμου στη Συρία το 2011, ηγετικά στελέχη της Χαμάς μετακινήθηκαν από τη Δαμασκό στην Κωνσταντινούπολη, όπου η οργάνωση ακόμη διατηρεί γραφεία στην συνοικία Μπασάκσεχιρ, καλλιερώντας τις σχέσεις της τόσο με το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, όσο και με το αντιπολιτευόμενο ισλαμιστικό κοινοβουλευτικό κόμμα Σααντέτ και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Μάλιστα τριμελής αντιπροσωπεία της Χαμάς επισκέφθηκε τα γραφεία του Σααντέτ στις 20 Δεκεμβρίου, προκειμένου να υποβάλει συλλυπητήρια για τον θάνατο βουλευτή του κόμματος, ο οποίος κατέρρευσε ενώ αγόρευε στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση.
Σε κάθε περίπτωση, ως παρακλάδι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, η Χαμάς είχε τεθεί την προηγούμενη δεκαετία υπό την προστασία του διδύμου Τουρκίας-Κατάρ και είχε διαμορφώσει εχθρικές σχέσεις με τον "άξονα της αντίστασης” (Ιράν, Συρία, Χεζμπολλάχ), μέχρι τις αρχές του 2023 οπότε η επανασυμφιλίωσή της με τη φιλο-ιρανική Ισλαμική Τζιχάντ και τις οργανώσεις της παλαιστινιακής αριστεράς έθεσε τα θεμέλια της από κοινού ένοπλης δράσης τους τον Οκτώβριο.
Όπως σημειώνει άρθρο του Φεχίμ Τάστεκιν στο al-monitor.com, η φιλοξενία της Χαμάς από την Τουρκία ακολουθούσε κάποιες απόρρητες "κόκκινες γραμμές” του Ερντογάν, ώστε η Τουρκία να μη διακινδυνεύσει να βρεθεί αντιμέτωπη με την οργή των ΗΠΑ ή να απολέσει τη δυνατότητα μελλοντικής επαναπροσέγγισής της με το Ισραήλ. Αυτές αφορούσαν τον σχεδιασμό από τουρκικού εδάφους επιθέσεων κατά του εβραϊκού κράτους ή την εμπλοκή τουρκικών οντοτήτων στις καμπάνιες χρηματοδότησης της οργάνωσης. Σε αυτό το πνεύμα "υποδείχθηκε” το 2015 στον Σάλεχ αλ Αρούρι, μέλος του Πολιτικού Γραφείου της Χαμάς, να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη για την Ντόχα.
Και πράγματι, η περίοδος 2022-2023 αφιερώθηκε στην προσπάθεια αποκατάστασης των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων, με κορύφωση την συνάντηση για πρώτη φορά του Ερντογάν με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Βενιαμίν Νετανιάχου τον περασμένο Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη. Εξ ού και η ήπια στάση του Τούρκου προέδρου και οι εκκλήσεις για εκατέρωθεν αυτοσυγκράτηση τις πρώτες δύο εβδομάδες μετά τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου, προτού αυτός... ξαναβρεί τον εαυτό του εξαπολύοντας μύδρους κατά του Ισραήλ. Αλλά ακόμη και τότε η εμπρηστική ρητορική του διαπλέκονταν με ιστορικές αναφορές στην υποδοχή των διωκόμενων Εβραίων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1492, σε έναν σαφή υπαινιγμό ότι η Τουρκία φιλοδοξεί να λειτουργήσει ως "προστάτης” τόσο των Εβραίων όσο και των Μουσουλμάνων κατοίκων των αλλοτινών επαρχιών της.
Υπενθυμίζεται ότι και η στροφή του Ερντογάν κατά του Ισραήλ το 2009-10 οφειλόταν στο ότι το Ισραήλ ακύρωσε τις μεσολαβητικές προσπάθειες του Τούρκου ηγέτη για μια εξομάλυνση των σχέσεων του εβραϊκού κράτους με τον τότε φίλο του Μπασάρ αλ Άσαντ της Συρίας. Αυτού του τύπου οι φιλοδοξίες του Ερντογάν είχαν άλλωστε τις ευλογίες της Δύσης, στον βαθμό που θα χρησίμευαν στη ρυμούλκηση δύσκολων παικτών (όπως παλαιότερα η Δαμασκός και μετέπειτα η Χαμάς) σε θέσεις περισσότερο μετριοπαθείς και πάντως μακριά από την επιρροή του Ιράν.
Σε ό,τι αφορά τις ενδοπαλαιστινιακές διαιρέσεις, ο Ερντογάν φρόντιζε όλα τα προηγούμενα χρόνια, ως ο ισορροπιστής που είναι, να μην παραμελεί τις σχέσεις του με την Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία ανταποκρινόταν όλο και πιο θερμά, αφότου οι ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ την περιθωριοποιούσαν επιδεικτικά, είτε με την αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ το 2018, είτε με τις "Συμφωνίες του Αβράαμ” το 2020. Εξ ού και το 2021 τέθηκε σε ισχύ η (εν πολλοίς συμβολική) συμφωνία συνεργασίας Τουρκίας-Παλαιστίνης, η οποία καταδήλωνε ότι για την Άγκυρα οι Παλαιστίνιοι διαθέτουν και κράτος και αναγνωρισμένη ηγεσία. Τον δε Σεπτέμβριο του 2020 πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη πρωτόγνωρη συνάντηση του Μαχμούντ Αμπάς με τον Ισμάλη Χανίγιε της Χαμάς.
Όλα αυτά θα πρέπει να ιδωθούν ως αποτύπωση του ιδιόμορφου κράματος ιδεολογικού ζήλου (πρωτίστως προς εσωτερική κατανάλωση) και πραγματιστικής ευελιξίας που χαρακτηρίζει όλη την πολιτική του Ερντογάν, με απώτερο στόχο πάντοτε την ενίσχυση της τουρκικής επιρροής στην περιοχή.
Ωστόσο, όπως το Κατάρ απέκτησε προβάδισμα ως μεσολαβητής (βλ. αποδεκτός από τη Δύση άτυπος εκπρόσωπος της Χαμάς) μαζί με την Αίγυπτο στις προσπάθειες για κατάπαυση πυρός και απελευθέρωση ομήρων στη Γάζα, έτσι και η Αλγερία βρίσκεται πολύ πιο μπροστά από την Τουρκία στις ενέργειες για παλαιστινιακή εθνική συμφιλίωση, έχοντας φιλοξενήσει το 2022 συνομιλίες με συμμετοχή 14 διαφορετικών οργανώσεων. Σε αυτό έχει την αποδοχή του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, κύριου εκφραστή της παλαιστινιακής Αριστεράς, ενώ και η Ισλαμική Τζιχάντ δεν είναι θερμή στην ιδέα ανάληψης μεσολαβητικού ρόλου από την Τουρκία.
Όπως και αν έχει, η ανθεκτικότητα που έχει επιδείξει στρατιωτικά η Χαμάς στη Γάζα και η εκτόξευση της δημοτικότητάς της στη Δυτική Όχθη του Ιορδάνη αφήνουν ελάχιστο χώρο για επίδοξους διαμεσολαβητές. Πόσω μάλλον, αν αυτοί δεν προέρχονται από τον αραβικό κόσμο. Οι ενδο-αραβικές λύσεις θα είναι πάντοτε προτιμότερες για όλους τους Άραβες πρώην υπηκόους των Οθωμανών.
ΠΗΓΗ: Capital.gr