Δήλωση με τηλεοπτικό μήνυμα για την 9η Δεκεμβρίου, η οποία έχει θεσπιστεί Διεθνής Ημέρα Μνήμης και Αξιοπρέπειας των Θυμάτων Εγκλημάτων Γενοκτονίας και της Αποτροπής του Εγκλήματος αυτού, πραγματοποίησε ο Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, ο πρώην ΥΠΕΞ, Γιώργος Κατρούγκαλος και ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Νίκος Ανδρουλάκης..

Με παρότρυνση του Σωματείου Δράσης «Νίκος Καπετανίδης» έθεσε στους τρεις πολιτικούς άνδρας μία πολύ σοβαρή πρόταση για την ενίσχυση της προσπάθειας της Διεθνούς Αναγνώρισης της Γενοκτονίας των γενοκτονημένων Ελλήνων του Πόντου, μέσω της ενσωμάτωσης αυτής σε μήνυμα για την 9η Δεκεμβρίου.

Μάλιστα ο Νίκος Δένδιας δεσμεύτηκε, ότι «το Υπουργείο Εξωτερικών θα συνεχίσει να αποτελεί συμπαραστάτη και συνοδοιπόρο στις προσπάθειες των ποντιακών οργανώσεων απανταχού της γης» και έστειλε μηνύματα εντός και εκτός συνόρων, λέγοντας «ότι στην κρίσιμη περίοδο που διανύουμε, η πρόληψη της γενοκτονίας παραμένει θεμελιώδες καθήκον όλων».

Τα μηνύματα των τριών ανδρών, που προέρχονται από τρεις διαφορετικούς πολιτικούς χώρους, είναι πολύ σημαντικά δεδομένου, ότι αυτήν την εποχή, είναι σε εξέλιξη μία γενοκτονία εναντίον των Κούρδων. Ο θύτης μάλιστα είναι ο ίδιος, δηλαδή η Τουρκία.

Δείτε τα μηνύματα των τριών Ελλήνων πολιτικών:

Ποιός ήταν ο Νίκος Καπετανίδης; Διαβάστε το πορτρέτο του, όπως το συνέθεσε ο Χρήστος Κωνσταντινίδης στην ιστοσελίδα Newpost.gr

Γεννήθηκε το 1889 στη Ριζούντα του Πόντου, σπούδασε σε ένα από τα μεγαλύτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα της εποχής, το Φροντιστήριο Τραπεζούντας, το οποίο αποκαλούσαν «Φάρο της Ανατολής». Ο Νίκος Καπετανίδης υπέγραφε αρχικά κείμενά του ως «Σίσυφος» και αργότερα ως «Σπύρος Φωτεινός». Όταν εισήχθη επαγγελματικά στο χώρο μέσω του περιοδικού του Φίλωνα Κτενίδη «Επιθεώρησις», άρχισε να υπογράφει κανονικά, ενώ στα έξι τελευταία από τα 24 τεύχη ανέλαβε τη διεύθυνση, λόγω αναχώρησης του Κτενίδη για σπουδές.

Χρονογραφήματα του Καπετανίδη θα βρούμε στην εφημερίδα «Φάρος της Ανατολής, ενώ παρουσία του υπάρχει και στην «Ηχώ του Πόντου». Το 1917 εξέδωσε την εφημερίδα «Σάλπιγξ» η οποία κυκλοφορούσε καθ’ όλη τη διάρκεια της ρωσικής κατοχής (1916-1918). Τον Οκτώβριο του 1918 με την αποχώρηση των Ρώσων και την ανακατάληψη της Τραπεζούντας από τους Τούρκους, εξέδωσε την εφημερίδα «Εποχή», στην οποία για μία τριετία (1918-1921) η μαχητική του πένα έμελλε να αφήσει το ισχυρό αποτύπωμά της.

Ο Ψαθάς συνθέτει το πορτρέτο του

Τον χαρακτήρα του Καπετανίδη σκιαγραφεί στη «Γη του Πόντου» ένας από του πασίγνωστους πολυγραφότατους Έλληνες χρονογράφους, δημοσιογράφους και θεατρικούς συγγραφείς, ο Δημήτρης Ψαθάς, ο οποίος εργάστηκε δίπλα σε αυτόν τον Άγιο της δημοσιογραφίας.

«Ήταν ένας νέος άνθρωπος, ο Νίκος Καπετανίδης, όλος ζωή και δράση, βίαιος, ορμητικός στα άρθρα του, γεμάτος από φλόγα πατριωτική και όνειρα για μια ελεύθερη και ανεξάρτητη πατρίδα. Αγαπούσε με πάθος την Ελλάδα, είχε πολιτική τελείως αντίθετη με τους Σεράσηδες κι αντιμαχόταν με βιαιότητα τον «Φάρο της Ανατολής», αναφέρει.

Ο Καπετανίδης με θάρρος και αυταπάρνηση, έγραφε άφοβα για καθετί ελληνικό και καταδίκαζε, επωνύμως, τις θηριωδίες των Τούρκων εις βάρος των ελληνικών πληθυσμών. «Σαν δημοσιογράφος, ο εκδότης της «Εποχής», θεωρούσε χρέος του να μάχεται ανοιχτά για όλα τα εθνικά θέματα με όλο τον ενθουσιασμό και την ορμή ενός γενναίου πολεμιστή, υμνώντας ακούραστα την δόξα της Ελλάδας και κρίνοντας βίαια τους Τούρκους. Μπορεί μέσα στην Τραπεζούντα να υπήρχε ησυχία και αρκετή ασφάλεια των Ελλήνων, αλλά ήξερε πολύ καλά ο Καπετανίδης το τι γινόταν στα χωριά και δεν δίσταζε καθόλου να το γράφη, όπως βλέπει κανείς ξεφυλλίζοντας την «Εποχή» του», προσθέτει ο Ψαθάς που στη «Γη του Πόντου», σε αυτήν τη Βίβλο που περιγράφεται η γενοκτονία και ο ποντιακός ξεριζωμός, μεταφέρει αποσπασματικά κτηνωδίες που είδαν το φως της δημοσιότητας στην εφημερίδα του Καπετανίδη.

Ενώπιος ενωπίω με τον Τοπάλ Οσμάν

Ο ίδιος παρέμεινε ατρόμητος και χωρίς φόβο μπροστά στον κίνδυνο που τον περικύκλωνε. Η μοίρα του είχε προεξοφληθεί αλλά αυτός δεν πτοήθηκε ούτε κατά την επίσκεψη του αιμοσταγή σφαγέα του Πόντου, Τοπάλ Οσμάν, ο οποίος του έκανε συστάσεις και τον προέτρεψε να μην καταγράφει τα εγκλήματα εις βάρος της ανθρωπότητας που διέπραττε ως εκτελεστικό όργανο του Μουσταφά Κεμάλ με τη συμμορία του.

Εναντίον του δημίου του ελληνισμού από την Κερασούντα ο Καπετανίδης είχε πολλάκις καταφερθεί στα κείμενά του. «…Η κακούργος σπείρα η οποία ηδονικώς και με ανέκφραστον αγριότητα ερρόφησε το αίμα μας καθ’ όλην την διάρκειαν του πολέμου, οι λησταί οι οποίοι παντοιοτρόπως μας εξεγύμνωσαν, οι δολοφόνοι οι οποίοι εσκότωσαν τόσα διαλεκτά παλληκάρια μας, οι κτηνάνθρωποι οι οποίοι δεν μας άφησαν κορίτσια και τιμήν, όλοι, τέλος, οι αισχροί εταίροι της Καμόρας, οι οποίοι έσπειραν εις την Κερασούντα τον όλεθρον, την ατιμίαν και τον θάνατον, ασυστόλως και προκλητικώτατα εξακολουθούν να επιβάλλωνται ακόμη επί των ταλαιπώρων Ελλήνων, εξακολουθούν να απειλούν, εξοπλίζουν τους διαφόρους κακούργους και τρομοκρατούν τους ομογενείς», έγραφε μεταξύ άλλων, πολλών κατηγοριών.

Ο οιωνός του τέλους

Μετά την επιβολή λογοκρισίας το 1920, ο Καπετανίδης γνώριζε πολύ καλά ότι έσφιγγε ο κλοιός γύρω του. Ήξερε ότι εξέθετε τον εαυτό του σε κινδύνους. «… Νοιώθω πως εσύ στο μέτωπο διατρέχεις λιγώτερους κινδύνους από μένα. Να ξέρης ότι δεν στέκεται γερά το κεφάλι στους ώμους μου. Μα αυτό δεν σημαίνει… Κυττάχτε να κάνετε καλά τη δουλειά σας και δεν πειράζει αν λείψουν και μερικά κεφάλια σαν το δικό μου. Χαλάλι για την πατρίδα», ανέφερε σε γράμμα-οιωνό, του τέλους που θα ερχόταν, προς τον Πόντιο γιατρό και αργότερα ιδρυτή και διευθυντή της «Ποντιακής Εστίας», Φίλωνα Κτενίδη, την εποχή που ο τελευταίος υπηρετούσε ως αξιωματικός του ελληνικού στρατού τη Μικρά Ασία.

Συνελήφθη το 1921 μετά από έρευνα στο σπίτι του όπου εντοπίστηκε επιστολή του Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη, του μεγάλου πατριώτη από τη Μασσαλία, ο οποίος αγωνιζόταν για τη δημιουργία ανεξάρτητου ποντιακού κράτους, μία καγορία που βάρυνε και αλλους 68 Έλληνες του Πόντου. Το τέλος του συγκλονίζει. Στη δίκη παρωδία που στήθηκε, όταν ο πρόεδρος του Δικαστηρίου Ανεξαρτησίας της Αμάσειας του απήγγειλε την κατηγορία, ο Καπετανίδης πετάχτηκε και αναφώνησε, πως δεν αγωνιζόταν μόνο για την ανεξαρτησία του Πόντου «αλλά και για την ένωσή του με την Ελλάδα».

Η κραυγή που προκαλεί ανατριχίλα

Η καταδίκη του ήταν φυσικό επακόλουθο της στάσης του. Εκείνος όμως, όπως οι άγιοι που μαρτύρησαν, δεν λύγισε ούτε στις έσχατες ώρες της ζωής του. «Θα μάθετε από τους ολίγους που θα περισωθούν ότι μήτε το θάρρος μήτε η ψυχραιμία μ’ εγκατέλειψαν ως την τελευταία μου στιγμή… Εν τούτοις η ψυχή μου βαρύτατα πενθεί διότι σας αφήνω για πάντα… Τέτοιος θάνατος σαν τον δικό μου είναι ωραίος, δοξασμένος… Γι’ αυτό μη λυπηθήτε… Εσύ, μανούλα μου, εγκαρτέρησε. Ετίμησα τα στήθια σου και τ’ όνομά σου με τον θάνατό μου… Ο θάνατος είναι τιμή για όλους μας. Θαρσείτε και καρτερείτε, μια φορά κανείς πεθαίνει…», έγραφε στην οικογένειά του.

Απαγχονίστηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 1921 σε 32 χρονών. Η τελευταία του κραυγή πάνω στην αγχόνη προκαλεί ανατριχίλα. Φώναξε «Ζήτω η Ελλάς» πριν παραδώσει στον Δημιουργό του την ψυχή του, η οποία αναμένει σήμερα, από την Ορθόδοξη Εκκλησία, το στεφάνι της αγιοποίησής του, όπως του αξίζει, μαζί με όλες τις άλλες χιλιάδες ψυχές χριστιανών που μαρτύρησαν!

Ο Ψαθάς περιγράφει με χαρακτηριστικό τρόπο τον αντίκτυπο που είχε ο θάνατός του! «Η εκτέλεσή του όπως και των άλλων διαλεχτών Τραπεζουντίων, έκανε βαθύτατη αίσθηση ακόμα και στους Τούρκους της πόλης μας, σε τέτοιο σημείο μάλιστα, ώστε όταν ζητήθηκε απ’ τα δικαστήρια της Αμάσειας να σταλούν εκεί κι όσοι άλλοι είχαν εργαστεί για την ανεξαρτησία του Πόντου ή ήσαν απλώς ύποπτοι, οι τούρκικες αρχές απάντησαν: «Δεν έχομε εδώ άλλους επαναστάτας».

Είναι σημαντικό να σημειωθεί, ότι όλα τα φύλλα της εφημερίδας «Εποχή» διέσωσε και μετέφερε στην Ελλάδα ο αδελφός του Νίκου Καπετανίδη, Κώστας. Σήμερα βρίσκονται στην κατοχή του Ιδρύματος «Παναγία Σουμελά».