Του Κρεσέντσιο Σαντζίλιο
Είναι απίστευτη η ανοησία με την οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση διαχειρίζεται την «υπόθεση Κύπρος»: ένα νησί το οποίο, όχι απερίσκεπτα, οι Άγγλοι ήθελαν να κρατήσουν πάση θυσία υπό τον έλεγχό τους, καθιστώντας το ως και «αποικία προκειμένου να το δεσμεύσουν περισσότερο στο άρμα τους, και ένα νησί που με τεράστια δυσαρέσκεια αναγκάστηκαν μετά να το εγκαταλείψουν, το 1960, διατηρώντας ωστόσο (μαζί με Ελλάδα και Τουρκία) τον ρόλο του (δήθεν)«εγγυητή» της ανεξαρτησίας του(!) και της ελευθερίας του(!, βάσει της Συνθήκης Ζυρίχης/Λονδίνου του ιδίου έτους 1960 και δύο στρατιωτικές βωάσεις από τις σημαντικότερες στο κόσμο.
Και είναι επίσης απίστευτο πώς η κυβέρνηση της ΕΕ, η Επιτροπή, κατά πολύ κατώτερη των περιστάσεων, ως συνήθως, δεν θέλει να πάρει αποφασιστικά το μέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας των Ελληνοκυπρίων και αιωρείται και ταλαντεύεται επικίνδυνα ανάμεσα σε αυτήν και την αυτοαποκαλούμενη Τούρκικη Δημοκρατία Βορείου Κύπρου(ΤΔΒΚ), πιστό φερέφωνο της Τουρκίας, μη αποκλείοντας έτσι ως και κάποια αδιαφορία προς τις επεκτατικές και, ποιος ξέρει, επιδιώξεις προσάρτησης της τουρκικής πολιτικής.
Για την Ευρωπαϊκή Ένωση η Κύπρος είναι, πρέπει να είναι και δεν μπορεί να μην είναι εξόχως πολύτιμη: μια Κύπρος στενά και θεσμικά συνδεδεμένη με την κοινοτική οικονομία και πολιτικό προγεφύρωμα στην ανατολική Μεσόγειο είναι, και δεν μπορεί αυτό να μη γίνεται κατανοητό, το πολυτιμότερο και σημαντικότερο κομμάτι της Κοινότητας.
Μη ξεχνάμε, και η ΕΕ δεν πρέπει να ξεχνάει, πως κιόλας από το 1956 η Τουρκία «εργάζεται» για να κατορθώσει να βάλει τα χέρια της πάνω σε όλη τη Κύπρο. Η πρώτη φάση αυτής της «επίθεσης» τερματίστηκε το 1974 με την κατάληψη του 38% του νησιού μέσα από τις δυο «Επιχειρήσεις Αττίλας», επωφελούμενη από την προδοσία του καθεστώτος των συνταγματαρχών στην Ελλάδα και με την εύνοια των Αγγλο-αμερικανών.
Η δεύτερη φάση του «Σχεδίου Κύπρος» βρισκόταν στο σχέδιο ΔΔΟ(Δικοινοτική Διζωνική Ομοσπονδία) το οποίο η Τουρκία ετοίμασε άκρως επιμελώς εμπνευσμένη από Αγγλία και ΝΑΤΟ.
Έχοντας αποτύχει η πραγματοποίηση του, η «επιλογή» έπεσε στη «λύση» απ’ ευθείας των δύο κρατών. έτσι κι αλλιώς χωρισμένων, χωρίς κανένα δεσμό δήθεν ομοσπονδίας(ΔΔΟ) ή συνομοσπονδίας(η αλήθεια).
Σ’ αυτό το σημείο όμως η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να ορίσει και να αξιοποιήσει τα συμφέροντά της έχοντας υπόψη ότι ένα μέρος ενός μέλους της η Τουρκία κατέχει παράνομα και το πιο σωστό είναι το τουρκοκυπριακό μέρος να επιστρέψει στην ολοκληρωμένη Κυπριακή Δημοκρατία με κοινοτικό γενικό πρόσημο.
Δεν νομίζω πως θα μπορούσε να ξεφύγει από έναν συνετό παρατηρητή το γεγονός ότι βασικό συμφέρον της ΕΕ είναι ένας συνεταιρισμός με την σημερινή Κυπριακή Δημοκρατία, αξιόπιστη, σίγουρη και φίλη και όχι με την Τουρκία, τελείως αναξιόπιστη, άστατη και παρασάγγας μακράν από το να είναι φίλη.
Ως εκ τούτου είναι τοις πάσι φανερό πως πρωταρχικό συμφέρον όχι μόνο της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και της Ευρωπα-ικής Ένωσης είναι:
1) η εμπράγματη κοινοτική βοήθεια στην Κυπριακή Δημοκρατία για την ανάπτυξη των διαδικασιών εκμετάλλευσης του πλούτου υδρογονανθράκων στη δική της ΑΟΖ.
2) η εμπράγματη οικονομική συνεργασία (και, γιατί όχι;, και στρατιωτικής άμυνας) μεταξύ Κύπρου/Ελλάδας/Ισραήλ (και ενδεχομένως Αιγύπτου-Ιορδανίας), προς τον σκοπό της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων σε σύνδεση με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
3) με την κοινοτική επικουρία, η πραγματοποίηση του κατάλληλου συστήματος μεταφοράς στις χώρες της ΕΕ του φυσικού αερίου από τα κυπριακά-ισραηλινά-αιγυπτιακά κοιτάσματα, χωρίς καμία σχέση εδαφικής δουλείας με την Τουρκία, ασταθής και αναξιόπιστη, πρέπει πάλι να το υπενθυμίσουμε, με βάσιμες πιθανότητες εκβιαστικών πρακτικών για τις οποίες είναι απόλυτα ικανή, όπως μας διδάσκει ευρέως η πρόσφατη και περασμένη εμπειρία.
4) η χρησιμοποίηση-βάση της Κύπρου εκ μέρους της ΕΕ για εμπορικούς και πολιτικούς σκοπούς σε μια περιοχή απόλυτα κρίσιμη της ανατολικής Μεσογείου.
Η περάτωση και πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου θα καταστήσει την κοινοτική Κύπρο στρατηγικό κέντρο πρώτου μεγέθους προς όφελος της ίδιας της ΕΕ – μια θέση την οποία με κανέναν τρόπο δεν θα μπορέσει να «μιμηθεί» η ΤΔΒΚ, «πεινασμένη» για τα πλούτη της κοινοτικής Κύπρου και πλήρως υποταγμένη στην εξουσία της Τουρκίας, χωρίς την οποία η ίδια είναι πρακτικά χαμένη και μαθηματικά ανίκανη να έχει μια δική της αυτόνομη βιώσιμη ύπαρξη!
Στα συμφραζόμενα μιας κοινοτικής Κύπρου πλούσιας και ανθηρής, η ΕΕ που θα απολαμβάνει τις πιο άνετες ποσότητες υδρογονανθράκων υπό «κοινοτικό μανδύα» με τους ευνοϊκότερους οικονομικούς όρους, θα διαθέτει όλους τους τίτλους για να διεκδικήσει επιτέλους την επιστροφή στον εδαφικό της χώρο και της βόρειας Κύπρου, απαιτώντας και την απόσυρση του τουρκικού στρατού, τελείως παράνομου και καταχρηστικού.
Αυτή η ανθηρότητα της κοινοτικής Κύπρου θα μπορεί επίσης να αποτελέσει ισχυρότατο κίνητρο για την μη αναγνωρισμένη ΤΔΒΚ προς την κατεύθυνση μιας διοικητικο-κρατικής ολοκλήρωσης με την κοινοτική Κύπρο ώστε και η βόρεια Κύπρος να γίνει κοινοτική με κοινοτικά δεδομένα.
Θα μπορεί επιτέλους να δημιουργήσει στους τουρκοκυπρίους νέους λόγους και τρόπους προσέγγισης των Ελληνοκυπρίων, έντονες αντιθέσεις με την Τουρκία, ανίκανη να παράσχει στον βορρά της Κύπρου αποδεκτούς και ελεύθερους όρους ζωής και εξέλιξης, και την έναρξη ενός σταθερού λαϊκού κινήματος υπέρ μιας πιο σωστής και δίκαιης επανένωσης με την ευημερούσα κοινοτική Κύπρο. Ένα τέτοιο κίνημα μπορεί να είναι χρήσιμο και για να επισπεύσει, μαζί με τις κοινοτικές απαιτήσεις, την αναχώρηση των τούρκων στρατιωτών που η ΕΕ – μέγα φταίξιμό της! – ποτέ δεν απαίτησε με δύναμη, αποφασιστικότητα αι κατάλληλες, χρόνιες κυρώσεις όπως είχε το καθήκον να πράξει.
Όλα αυτά λοιπόν είναι θεμιτό να μπορούν να γίνουν εφόσον η Ευρωπαϊκή Ένωση ασκήσει σαφώς τα νομικά και πολιτικά δικαιώματά της στον χώρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, παρέχοντας σε αυτήν την δυνατότητα να ενεργήσει, αρκούντως προστατευμένη, προς το συμφέρον ολόκληρης της Κοινότητας ενάντια παντός τρίτου εχθρού. Και για πρώτη φορά η ΕΕ θα μπορεί να διαθέτει, ωσάν σφήνα, περισσότερο μοναδική παρά σπάνια, άμεση παρουσία ακριβώς πάνω στην νευραλγική μεσανατολική ζώνη, ικανή να επηρεάσει ολόκληρη τη περιοχή!
Μετά, η πιο στενή σχέση με Ισραήλ-Ιορδανία (βασικοί συντελεστές ισορροπίας στο ανατολικό μεσογειακό τόξο, και όχι μόνο) μέσω της πολιτικο-οικονοιμικής σχέσης Ελλάδας-Κύπρου, χωρίς να αποκλείεται και μια σταθμισμένη συμμετοχή της Αιγύπτου, θα μπορεί να δώσει στην ΕΕ πιο εκτεταμένα εναύσματα διείσδυσης και επιρροής στις γύρω χώρες.
Ουσιώδες για την ΕΕ είναι να πετύχει την ευνοϊκή στιγμή. Και η ευνοϊκή στιγμή είναι ανά πάσα στιγμή ΤΩΡΑ
Αυτό θα πρέπει να συνειδητοποιηθεί από την ΕΕ το γρηγορότερο. Δεν πρέπει να χαθεί χρόνος. Εξαιρετικά πολύς χρόνος ήδη χάθηκε. Μια διάχυτη ισλαμο-τουρκική παρουσία με βάση τη Κύπρο (ας θυμηθούμε: το «αβύθιστο αεροπλανοφόρο») – και ακριβώς αυτή είναι η παρουσία της Τουρκίας – με το βόρειο τμήμα που μετατρέπεται όλο και περισσότερο σε αμιγώς τουρκική επικράτεια φθίνουσας όλο και περισσότερο της τουρκοκυπριακής κοινότητας υπό το βάρος και την πλειοψηφική παρουσία του τουρκικού εποικικού στοιχείου της Ανατολίας, δεν μπορεί να μην έχει ισχυρό αρνητικό αντίκτυπο και στην Ελλάδα, όπου η Τουρκία, έχοντας «τακτοποιήσει» την Κύπρο, θα μπορεί απερίσπαστα να ενεργοποιηθεί πιο επιθετικά στη Θράκη και στο Αιγαίο μέσα στην τόση αδράνεια των ελληνικών κυβερνητικών θεσμών, εκτός του ότι γίνεται μόνιμη πηγή προστριβών σε όλη τη μικρασιατική και μεσανατολική λεκάνη μιας και γνωρίζουμε πολύ καλά τις επεκτατικές τάσεις και ενστάσεις της Τουρκίας όχι μόνο στον πολιτικό τομέα, που «παρασέρνει» και τον στρατηγικο-στρατιωτικό, αλλά, ακόμη περισσότερο, στον θρησκευτικό και οικονομικό.
Είναι επομένως ανάγκη και υπερεπείγον να πειστούν η Επιτροπή και το Ευρωκοινοβούλιο για την ορθότητα μιας περιεκτικής και σφαιρικής προσέγγισής τους με την Κυπριακή Δημοκρατία.
Βεβαίως όλα ετούτα εφόσον ο Πρόεδρος τη Κυπριακής Δημοκρατίας είναι επαρκώς απελευθερωμένος από όποια βαρίδια και τροχοπέδες με αμερικανικές υποθήκες και η δυνατότητα συμπόρευσης με την Ε.Ε. είναι απόλυτη.
Το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για μια ενεργό συμμετοχή της Ελλάδας στο σχήμα ΕΕ-Κύπρος μορφοποιώντας έτσι μια γιγαντιαία πολιτικο-ενεργειακή αγορά, ό, τι πιο συμφέρον για όλα τα κοινοτικά μέλη, κάτι που όμως θα παραγκώνιζε τελείως και οποιαδήποτε αμερικανική ενεργειακή παρουσία επί κοινοτικού εδάφους, πολύ πιθανόν πιο εύκολη με μια ισχυρή επεμβατική πολιτική της Ε.Ε. εφόσον κατορθώνει να απαγκιστρωθεί από περιοριστικούς δεσμούς με τον υπεραυλαντικό σύμμαχο.
Ίσως το 2024 αυτό να γίνει εφικτό με τα νέα κυβερνητικά σχήματα που θα προκύψουν από τη ψήφο των ευρωεκλογών.
Όσοι είναι ευαισθητοποιημένοι, ας σπεύσουν να βοηθήσουν.
ΠΗΓΗ: infognomonpolitics.gr