Την πεποίθηση ότι το Ισραήλ θα χρησιμοποιήσει την επίθεση του Ιράν ως διαπραγματευτικό χαρτί για τον πόλεμο που συνεχίζει να είναι σε εξέλιξη εξέφρασε στο ΕΡΤNews και την εκπομπή NewsRoom ο Γαβριήλ Χαρίτος, διδάσκων Ιστορία των Ελληνοϊσραηλινών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
Σχολιάζοντας τα σενάρια της επόμενης μέρας μετά την ιρανική επίθεση στο Ισραήλ, ο κ. Γαβριήλ Χαρίτος επεσήμανε ότι η αίσθηση που επικρατεί είναι ότι η κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό τον Νετανιάχου λαμβάνει πολύ σοβαρά υπ’όψιν τις συστάσεις των Ηνωμένων Πολιτειών να μην ανταπαντήσει στην Τεχεράνη, παρότι αφήνεται από τα κρατικά ΜΜΕ να διαρρεύσουν έντονες αντιρρήσεις υπουργών της κυβέρνησης, που φέρονται να υποστηρίζουν πως είναι απαραίτητο ένα ισραηλινό κτύπημα υπό τις παρούσες συγκυρίες. Από την άλλη, η άρση των έκτακτων μέτρων πολιτικής προστασίας και η επιστροφή στην κανονικότητα της καθημερινότητας στο Ισραήλ καταδεικνύουν ότι η ισραηλινή πλευρά δεν προετοιμάζεται για στρατιωτική δράση έναντι του Ιράν. Αντιθέτως, ο στρατός έχει ήδη κινητοποιήσει δύο ταξιαρχίες έτοιμες να αναλάβουν δράση στο μέτωπο της Γάζας, τη στιγμή που η τεταμένη κατάσταση στο μέτωπο με την Χεζμπολάχ δεν σημειώνει καμία μεταβολή.
Ο κ. Χαρίτος εξέφρασε την εκτίμηση ότι η ισραηλινή πολιτική ηγεσία, αποδεχόμενη τις αμερικανικές συστάσεις για αυτοσυγκράτηση, θα προσπαθήσει να ικανοποιήσει τις επιδιώξεις της τόσο ως προς την διαχείριση του μετώπου κατά της Χαμάς στη Γάζα, ζητώντας κατά κύριο λόγο από τις ΗΠΑ αντίστοιχη κατανόηση για την πάταξη της ηγεσίας της οργάνωσης. Παράλληλα, θα προβάλει αντίστοιχα αιτήματα και για την διευθέτηση του μετώπου με την Χεζμπολάχ, η οποία ελέγχεται πλήρως από το Ιράν. Με άλλα λόγια, ο κ. Χαρίτος εκτιμά ότι το Ισραήλ θα προσπαθήσει να «παζαρέψει» την εγκράτεια που καλείται να επιδείξει, προκειμένου να επιτύχει δυτική στήριξη ως προς την ικανοποίηση των αντικειμενικών στόχων που έθεσε στον εαυτό του κατά τον πόλεμο που βρίσκεται σε εξέλιξη στη Γάζα και στον Νότιο Λίβανο – δηλαδή την αποδυνάμωση της Χαμάς συνισταμένη στην απομάκρυνση της ηγεσίας της από την Γάζα και την θέσπιση ‘ζώνης ασφαλείας’ στην μεθόριο με το Ισραήλ αφ΄ενός και αφ’ετέρου την εφαρμογή της απόφασης 1706/2006 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ περί της ανάκτησης του ελέγχου του Νοτίου Λιβάνου από τον τακτικό λιβανικό στρατό, που θα συνεπάγεται την απομάκρυνση της Χεζμπολάχ από την περιοχή.
Ο κ. Χαρίτος επεσήμανε ότι υπάρχει το ιστορικό προηγούμενο του πρώτου Πολέμου του Κόλπου το 1991, όταν το Ιράκ έπληξε με πυραύλους κατοικημένες ισραηλινές περιοχές, πλην όμως η τότε ισραηλινή κυβέρνηση υπό τον Γιτζάκ Σαμίρ αποφάσισε να μην ανταπαντήσει, υπακούοντας τις συστάσεις της Ουάσιγκτον, η οποία είχε εν τω μεταξύ καταφέρει να σχηματίσει μία περιφερειακή φιλοδυτική αραβική συμμαχία κατά του Ιράκ. Η τότε διαχείριση της κατάστασης εκ μέρους των Ισραηλινών απέφερε πολιτικές διεξόδους σε ζητήματα που τότε μπορούσαν να οδηγήσουν την περιοχή σε ακόμα μεγαλύτερη ανάφλεξη. Κατ’ αντιστοιχία με τότε, το Ισραήλ σήμερα εκτιμάται ότι θα επιδιώξει ανταλλάγματα ως προς την διαχείριση του πολέμου που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Τέλος, ο Γαβριήλ Χαρίτος επεσήμανε ότι η, ιστορική πράγματι, πρώτη άμεση στρατιωτική αντιπαράθεση Ισραήλ-Ιράν, ουσιαστικά ‘επανέφερε’ τις γνωστές ισορροπίες στην Μέση Ανατολή, όπως ακριβώς τις γνωρίζαμε από το 1979, όταν δηλαδή το Ιράν απομακρύνθηκε δραστικά από το δυτικό στρατόπεδο.
Συγκεκριμένα, το κτύπημα του Ισραήλ στο ιρανικό προξενείο στην Δαμασκό, συσπείρωσε τις φιλοδυτικές σουνιτικές χώρες της περιοχής υπό την αιγίδα των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Γαλλίας, οι οποίες με τη σειρά τους, προστάτευσαν τα συμφέροντα της Δύσης, θεματοφύλακας των οποίων είναι και το Ισραήλ. Από την άλλη, ενώ στο αντίπαλο στρατόπεδο βρίσκονται το Ιράν, οι δυνάμεις του επονομαζόμενου ως ένοπλου «Άξονα της Αντίστασης» (Χεμζπολάχ, Χούθι, σιιτικές πολιτοφυλακές σε Συρία και Ιράκ), ο κ. Χαρίτος σημείωσε ότι το Ιράν δεν απέκλεισε διαύλους επικοινωνίας με την Δύση – γεγονός που απεδείχθη από τις προπαρασκευαστικές επαφές της ιρανικής διπλωματίας, η οποία και είχε ενημερώσει εκ των προτέρων τις ενδιαφερόμενες χώρες σχετικά με τις λεπτομέρειες της πυραυλικής επίθεσης που προγραμμάτιζε κατά του Ισραήλ.