Ένα νέο μέτωπο αντιπαράθεσης μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας έχει ανοίξει στις Βρυξέλλες, με αφορμή την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για επενδύσεις ύψους 150 δισ. ευρώ, τα οποία θα διατεθούν στα κράτη-μέλη ως δάνεια για την ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας της ΕΕ.
Η Ευρώπη, η οποία ανησυχεί μετά τις απειλές του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ότι θα τερματίσει την επί δεκαετίες αμερικανική αμυντική συνεργασία, δεσμεύτηκε να αυξήσει δραστικά τις αμυντικές της δαπάνες και να ενισχύσει τις εγχώριες παραγωγικές της δυνατότητες, οι οποίες έχουν υποχωρήσει από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, αναφέρουν οι Financial Times.
Την περασμένη εβδομάδα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε τη συγκέντρωση 150 δισ. ευρώ που θα διατεθούν στα κράτη-μέλη με τη μορφή δανείων για την ενίσχυση της στρατιωτικής παραγωγής. Παρότι η πρόταση έχει εγκριθεί ομόφωνα, οι λεπτομέρειες βρίσκονται ακόμα υπό διαμόρφωση, με το παρασκήνιο να είναι έντονο σχετικά με το αν τα χρήματα θα μπορούσαν να δαπανηθούν για όπλα που κατασκευάζονται εκτός της ΕΕ.
Κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ την Πέμπτη, αρκετοί ηγέτες, συμπεριλαμβανομένου του Γερμανού Καγκελάριου Όλαφ Σολτς, δήλωσαν ότι η πρωτοβουλία θα πρέπει να είναι ανοιχτή και σε εταίρους εκτός ΕΕ. «Είναι πολύ σημαντικό για εμάς να μπορούν να συμμετάσχουν και χώρες που δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά συνεργάζονται στενά, όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Νορβηγία, η Ελβετία ή η Τουρκία», δήλωσε ο Σολτς.
Ωστόσο, ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος υποστηρίζει εδώ και καιρό την αύξηση της ευρωπαϊκής αυτονομίας και την ενίσχυση της εγχώριας βιομηχανικής παραγωγής, τόνισε ότι «οι δαπάνες δεν θα πρέπει να κατευθυνθούν σε νέα έτοιμα οπλικά συστήματα που θα είναι μη ευρωπαϊκά».
Για τα κενά στους κρίσιμους αμυντικούς τομείς της Ευρώπης – συμπεριλαμβανομένης της αεράμυνας, των επιθέσεων μεγάλης εμβέλειας, των πληροφοριών, της αναγνώρισης και της στόχευσης – «ο τρόπος είναι να εντοπίσουμε τους καλύτερους επιχειρηματίες και τις καλύτερες επιχειρήσεις που διαθέτουμε», πρόσθεσε.
Επιπλέον, ανέφερε ότι κάθε κράτος-μέλος της ΕΕ θα κληθεί να «επανεξετάσει τις παραγγελίες του για να δει αν μπορούν να δοθεί προτεραιότητα σε επιλογές εντός της Ευρώπης».
Διπλωμάτες στις Βρυξέλλες ανησυχούν ότι η πρωτοβουλία των 150 δισ. ευρώ θα υπονομευθεί από την ίδια διαμάχη που έχει καθυστερήσει εδώ και περισσότερο από έναν χρόνο τη συμφωνία για το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Αμυντικής Βιομηχανίας, ένα ταμείο 1,5 δισ. ευρώ που χορηγεί επιδοτήσεις για την άμυνα. Οι προσπάθειες για την εφαρμογή του προγράμματος σταμάτησαν αυτόν τον χειμώνα, μετά από απαίτηση του Παρισιού να τεθεί όριο στο ποσοστό που θα μπορούσε να δαπανηθεί σε εξωκοινοτικά εξαρτήματα και να απαγορευθούν προϊόντα με προστασία πνευματικής ιδιοκτησίας από τρίτες χώρες.
Ανώτερα στελέχη της Επιτροπής, που έχουν αναλάβει τη σύνταξη της λεπτομερούς πρότασης μέσα στις επόμενες 10 ημέρες, έχουν λάβει εντολή να συνεργαστούν στενά με το Παρίσι, το Βερολίνο και άλλες πρωτεύουσες, ώστε να διασφαλιστεί ότι η πρόταση δεν θα μπλοκαριστεί όταν κατατεθεί για έγκριση στα κράτη-μέλη.
«Υπάρχει πολλή δουλειά που πρέπει να γίνει σε αυτό. Δεν υπήρχε καν ως πρόταση πριν από μια εβδομάδα και πρέπει να είναι έτοιμη σε λιγότερο από δύο εβδομάδες», δήλωσε αξιωματούχος της ΕΕ. «Θα χρειαστούν συμβιβασμοί» πρόσθεσε.
Η πρόεδρος της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δήλωσε ότι τα δάνεια, που θα στοχεύουν σε επτά βασικούς τομείς, όπως η αεράμυνα, το πυροβολικό και τα drones, θα «βοηθήσουν τα κράτη-μέλη να συντονίσουν τη ζήτηση και να αγοράσουν από κοινού», καθώς και να παρέχουν «άμεσο στρατιωτικό εξοπλισμό στην Ουκρανία».
Η πολωνική κυβέρνηση, που ασκεί την εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ και είναι υπεύθυνη για τη διευθέτηση των υπουργικών συναντήσεων του μπλοκ, θα βρεθεί υπό πίεση για την επίτευξη μιας γρήγορης συμφωνίας. Η πρωτοβουλία μπορεί να εγκριθεί με πλειοψηφία των 27 κρατών της ΕΕ, αλλά η συγκατάθεση της Γαλλίας θεωρείται κρίσιμη, ακόμη και αν μπορεί να παρακαμφθεί με ψηφοφορία.
«Βρισκόμαστε σε ένα σημείο όπου αυτό απλά πρέπει να διευθετηθεί για λόγους ταχύτητας, όχι τελειότητας», ανέφερε διπλωμάτης της ΕΕ που συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις. «Αν υπήρχε δισταγμός να προχωρήσουμε με 1,5 δισ. ευρώ παρά τις γαλλικές αντιρρήσεις, πώς περιμένουμε να συμφωνήσουμε για 150 δισ. ευρώ;»
ΠΗΓΗ: SigmaLive