Ποδόσφαιρο: Τις τελευταίες ημέρες ολόκληρος ο πλανήτης ζει στιγμές που δύσκολα μπορεί κανείς να τις περιγράψει, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Νεκροί στρατιώτες και από τις δύο πλευρές, βομβαρδισμοί αμάχων, γυναίκες με τα παιδιά τους να παίρνουν τον δρόμο της προσφυγιάς μην ξέροντας τι ξημερώνει το αύριο και περιοχές που μέχρι πριν λίγο καιρό έσφυζαν από ζωή να έχουν μετατραπεί σε άμορφη μάζα από μπάζα, με την μυρωδιά του… θανάτου να έχει καλύψει ολόκληρο τον κόσμο.
Βέβαια ο αθλητισμός έχει μπει, όπως είναι φυσιολογικό, στον… πάγο, με πολλούς Ουκρανούς ποδοσφαιριστές να έχουν πάρει το όπλο και να δίνουν άλλες μάχες από ότι είχαν συνηθίσει, ενώ έχουμε ακούσει για τον θάνατο του προπονητή νέων της Σαχτάρ αλλά και για αυτόν του τερματοφύλακα της Καρπάτι Λβίβ.
Φυσικά δεν είναι η πρώτη φορά που ο αθλητισμός καλείται να πληρώσει φόρο αίματος, μιας και στο παρελθόν είχαμε ανάλογα περιστατικά και στην χώρα μας. Για την Ελλάδα, ευτυχώς, ο τελευταίος μεγάλος πόλεμος που κλήθηκε να δώσει ήταν ο Β' Παγκόσμιος, όπου όμως και τότε ποδοσφαιριστές, αλλά και αθλητές άλλων σπορ πήραν με την σειρά τους το όπλο και βρέθηκαν στις επιχειρήσεις στην Ήπειρο, με πολλούς να μην επιστρέφουν ποτέ, αλλά και κάποιους άλλους μετά την συνθηκολόγηση με την Γερμανία να αποφασίζουν να ενταχθούν στην Αντίσταση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπάρχουν από τότε η μεγαλύτερη αδικημένη ομάδα ήταν αυτή της ΑΕΚ, μιας και εκείνη την εποχή είχε ένα σύνολο που πολλοί πίστευαν πως θα έγραφε ιστορία, ενώ οι τελευταίοι αγώνες που έγιναν πριν ακουστούν οι σειρήνες την 28η Οκτωβρίου 1940 ήταν: Αθήνα-Βόλος 6-0, Πάτρα-Πειραιάς 1-3 για το Κύπελλο Πόλεων και Άρης-ΜΕΝΤ 4-0 για το πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης.
Από τους πρώτους αθλητές που σκοτώθηκαν στο μέτωπο και συγκεκριμένα στις 18 Νοεμβρίου 1940, στη Διποταμιά, ήταν ο ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού Μίμης Πιερράκος που ήταν ραδιοτηλεγραφητής του Πυροβολικού. Ο νεαρός που είχε μάλιστα στο ενεργητικό του και την αιχμαλωσία ενός Ιταλού αλεξιπτωτιστή, έχασε την ζωή όταν μια οβίδα έπεσε κοντά στο σημείο που βρισκόταν και διαμελίστηκε. Τα κόκαλά του έφερε από την Αλβανία το Νοέμβρη του 1950 ο αδελφός του Στέφανος και τυλιγμένα με την γαλανόλευκη και τη σημαία του Παναθηναϊκού τα έθαψε στο νεκροταφείο Ζωγράφου.
Μια μέρα πριν είχε σκοτωθεί στο ύψωμα 1878 και ο ποδοσφαιριστής του ΠΑΟΚ, Γιώργος Βατίκης, ενώ ο πρωταθλητής ξιφασκίας, Φαβιέρος Κωνσταντινίδης όντας λοχαγός του 34ου Σ.Π. επιχειρώντας με την μονάδα του να καταλάβει τραπεζοειδές ύψωμα στο Πόγραδετς, την 6-12-1940, αφού το κατέλαβε με ηρωϊσμό και αυτοθυσία εν μέσω σφαιρών και χειροβομβίδων του εχθρού, έπεσε από αιμόφυρτος σε ηλικία 34 ετών. Την τελευταία πνοή στο μέτωπο άφησε και ο τερματοφύλακας του ΠΑΟΚ, Νίκος Σωτηριάδης και συγκεκριμένα σκοτώθηκε στο ύψωμα της Τσέροβας στην Κλεισούρα στις 28 Ιανουαρίου 1941.
Ο Σωτηριάδης είχε γεννηθεί στα Μουδανιά της Προύσσας το 1908 και μετά την Μικρασιατική Καταστροφή βρέθηκε στην Θεσσαλονίκη, όπου και άρχισε να παίζει ποδόσφαιρο αρχικά στον Λευκό Αστέρα. Το 1932 πήγε στον Δικέφαλο του Βορρά, όπου μάλιστα στον αγώνα των προκριματικών για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1938 με την Παλαιστίνη έγινε ο πρώτος παίκτης της ομάδας που αγωνίστηκε με την Εθνική ομάδα και ο μοναδικός ποδοσφαιριστής προπολεμικά του ΠΑΟΚ που έκανε κάτι παρόμοιο.
Ο Σπύρος Κοντούλης
Παράλληλα δεν είναι μόνο αυτοί που σκοτώθηκαν στο μέτωπο, αλλά υπάρχουν και οι αθλητές που έφυγαν από την ζωή στις μάχες μέσα στις πόλεις κατά τη διάρκεια της κατοχής. Ενδεικτική περίπτωση είναι ο ποδοσφαιριστής της ΑΕΚ Σπύρος Κοντούλης που γεννήθηκε το 1915 στον Πειραιά και ξεκίνησε να αγωνίζεται στις Άμυνα το 1931. Τέσσερα χρόνια μετά θα περάσει στην Ένωση, όπου και θα πανηγυρίσει τα πρωταθλήματα του 1939 και του 1940 έχοντας ως συμπαίκτες ποδοσφαιριστές όπως τον Κλεάνθη Μαρόπουλο, Τρύφωνα Τζανετή και Σπύρο Σκλαβούνο. Κατά τη διάρκεια της κατοχής θα φυλακιστεί στο Χαϊδάρι και τον Ιούνιο του 1944 την ώρα που τον μετέφεραν, μαζί άλλους στο σκοπευτήριο της Καισαριανής για εκτέλεση, θα προσπαθήσει να αποδράσει με αποτέλεσμα να σκοτωθεί από τα πυρά των Γερμανών. Σημειώνεται ότι στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος του 1939 ανάμεσα στον ΠΑΟΚ και την ΑΕΚ όλοι οι ποδοσφαιριστές της αναμέτρησης έβγαλαν μαζί μια αναμνηστική φωτογραφία με τους Βατίκη - Κοντούλη να είναι ο ένας δίπλα στον άλλο και τον Νίκο Σωτηριάδη ακριβώς από κάτω τους.
Ο Γιώργος Ιβάνοφ
Ένας από τους μεγαλύτερους αθλητές προπολεμικά ήταν ο Ελληνοπολωνός Γιώργος Ιβάνοφ που γεννήθηκε στην Βαρσοβία το 1911 και μετά τον χωρισμό της μητέρας του με τον πατέρα του εγκαταστάθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1926. Ως αθλητής κολύμβησης θα ενταχθεί στον Ηρακλή όπου θα πάρει μεγάλες νίκες σε Ελλάδα και Ευρώπη, ενώ το 1938 θα ανακηρυχθεί ο καλύτερος παίκτης της Πολωνίας. Μετά την ήττα των ελληνικών δυνάμεων και την έναρξη της κατοχής στην χώρα θα ενταχθεί άμεσα στην Αντίσταση όπου και θα εκπαιδευθεί από τις αγγλικές δυνάμεις στην Μέση Ανατολή. Τον Οκτώβριο του 1941 θα επιστρέψει στην χώρα μας με την κωδική ονομασία 033Β για να αναλάβει δράση σαν σαμποτέρ.
Θα έχει έντονη δράση, με τους Γερμανούς να τον συλλαμβάνουν μετά από προδοσία, όμως εκείνος θα καταφέρει να αποδράσει γεγονός που θα κάνει τους Ναζί να προχωρήσουν σε επικήρυξη του για 500.000 δραχμές και στις 29 Δεκεμβρίου αφίσες με τη φωτογραφία του τοιχοκολλήθηκαν σε όλη την Αθήνα. Ο Ιβάνοφ δεν θα κρυφτεί και παρά το γεγονός ότι ήταν στόχος θα συνεχίσει την δράση του. Την άνοιξη του 1942 είχε φροντίσει να πιάσει δουλειά στα ναυπηγεία Σκαραμαγκά με το ψευδώνυμο Κυριάκος Παρίσσης. Στις 14 Μαρτίου 1942, μέρα υπογραφής του κατοχικού δανείου μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας, ανατίναξε το γερμανικό υποβρύχιο U-133. Το U-133 ήταν από τα πρώτα γερμανικά υποβρύχια που είχαν φτάσει στην Σαλαμίνα.
Στις 14 Μαρτίου 1942 κολύμπησε νύχτα από την ακτή του Πειραιά στον ναύσταθμο της Σαλαμίνας με έναν εκρηκτικό ωρολογιακό μηχανισμό δεμένο γύρω από την μέση του. Ο Ιβάνοφ έβαλε την βόμβα στο U-133 και αυτό ανατινάχθηκε μετά από περίπου δύο ώρες και βυθίστηκε μαζί με τα 45 μέλη του πληρώματος του. Τον Μάιο του 1942 βύθισε μέσα στο λιμάνι του Πειραιά το ισπανικό ατμόπλοιο “San Isidore” που έκανε λαθρεμπόριο για λογαριασμό των Γερμανών.
Τον Ιούλιο του 1942 προσπάθησε να οργανώσει σχέδιο δολοφονίας του Μουσολίνι όταν θα επισκεπτόταν την Αθήνα, όμως η επίσκεψη ματαιώθηκε. Στις 3 Αυγούστου του 1942 τοποθέτησε μαγνητική νάρκη στο υποβρύχιο U-372 προκαλώντας ζημιές με αποτέλεσμα να μην μπορεί να καταδυθεί. Έτσι βυθίστηκε εύκολα από τους Συμμάχους.
Ο Ιβάνοφ συνελήφθη ξανά, μετά από νέα προδοσία, στις 8 Σεπτεμβρίου 1942 και αφού το ποσό της επικήρυξης είχε αυξηθεί στα 2 εκ. δραχμές. Καταδικάστηκε τρις εις θάνατον και 4 Ιανουαρίου 1943 οδηγήθηκε στο απόσπασμα μαζί με τρεις συνεργάτες του. Χτυπώντας τους δήμιούς του προσπάθησε να δραπετεύσει, αλλά τον έδεσαν, αιμόφυρτο, σε ένα στύλο. Πριν πέσει νεκρός πρόλαβε να φωνάξει “Ζήτω η Ελλάς! Ζήτω η Πολωνία!”. Ήταν 32 χρονών. Η μητέρα του έλαβε το 1944 τιμητικό δίπλωμα από τον διοικητή των συμμαχικών δυνάμεων στην Μεσόγειο Χ.Αλεξάντερ, ενώ το 1962 του απονεμήθηκε παράσημο από τη βρετανική κυβέρνηση, ενώ προς τιμήν του το κλειστό γήπεδο του Ηρακλή στην Θεσσαλονίκη ονομάστηκε Ιβανώφειο.