Και, κακά τα ψέματα, σ’ αυτές τις ηλικίες θα ήταν πολύ δύσκολο να ζητάμε υποχρεωτικά από αμούστακα παιδιά να έχουν τόσο μυαλό που να καταφέρνουν να διαχειριστούν απότομα τη δημοσιότητα αλλά και το (όποιο) χρήμα που πέφτει στα χέρια τους. Συνεπώς για να βγει η εξίσωση, υπάρχει ανάγκη να συνυπολογιστεί το περιβάλλον.

Τον Ιούλιο του 2007, όταν η Εθνική Νέων υπό τον Νιόπλια έφτανε στον τελικό του Euro στις ηλικίες κάτω των 18, έγραφα σε αυτή τη στήλη, με τίτλο «Επιτυχία, το να κάνουν καριέρα κι όχι να γίνουν μόνο πρωταθλητές», πως σημαντικό θα ήταν να κάνουμε αποτίμηση του τι αλήθεια πέτυχαν αυτά τα παιδιά, ύστερα από πέντε χρόνια και όχι αν πάρουν το χρυσό μετάλλιο κόντρα στην Ισπανία. Ο Παπασταθόπουλος και ο Νίνης ήταν και στο Μουντιάλ πριν από δύο χρόνια, ενώ στην ομάδα του Euro 2012 προστέθηκε και ο Μήτρογλου από τους φιναλίστ του 2007. Τι διαφορά υπάρχει από το 1988, όταν παίξαμε τελικό στις Ελπίδες διαλύοντας στον ημιτελικό τους Ολλανδούς με 5-0, αλλά μονάχα ο Νίκος Νιόπλιας έκανε καριέρα; Στο Λιτόχωρο, στο Ευρωπαϊκό Νέων, βγήκαμε τρίτοι το 1995 και ο Γιώργος Καραγκούνης έκανε θαύματα για να γίνει αρχηγός της φουρνιάς του 1998, που ξανάπαιξε τελικό σε επίπεδο Ελπίδων (χάνοντας από την Ισπανία του Γκούτι και του Σαλγκάδο). Αρκετοί από αυτούς έγιναν είτε πρωταθλητές Ευρώπης (Καραγκούνης, Δέλλας, Μπασινάς, Γκούμας, Λάκης) είτε έπαιξαν για χρόνια σε υψηλό επίπεδο, όπως ο Νίκος Λυμπερόπουλος.

Η Εθνική ομάδα, που αγωνίζεται αυτές τις μέρες στην Εσθονία (στη φωτό ο Δημήτρης Διαμαντάκος), περιλαμβάνει στις τάξεις της παιδιά που λόγω των συνθηκών στο ελληνικό ποδόσφαιρο πήραν ήδη ευκαιρίες στη Super League. Αυτό είναι καλό, ωστόσο μόνο το μπόλικο ταλέντο δεν αρκεί σε αυτές τις ηλικίες ως εγγύηση καριέρας.

Χώρες με πολύ μεγαλύτερη παράδοση από εμάς δεν καταφέρνουν να περισώσουν περισσότερους από δύο ή τρεις παίκτες που ξεχωρίζουν. Κατά καιρούς αυτό το τρόπαιο, των Νέων είτε με το όριο ηλικίας κάτω των 18 έως το 2002 είτε με όριο τα 19 χρόνια όπως ισχύει από τότε, πήγε σε χέρια ομάδων που δεν υπολογίζονται ως δυνάμεις πρώτης γραμμής. Και στον τελικό έφτασαν πολλές φορές χώρες δεύτερης ταχύτητας. Η Πολωνία, η Ιρλανδία, η Σλοβακία, η Τουρκία, η Ελβετία, η Σκωτία που είχαν την ευκαιρία τους με διάκριση σε ένα ή παραπάνω τουρνουά. Κά- ποιες εκμεταλλεύτηκαν τη συγκυρία, όπως οι Τούρκοι που έφτασαν στην τρίτη θέση του Μουντιάλ το 2002. Κάποιοι άλλοι δεν είδαν διαφορά. Μάλιστα οι Πολωνοί μετά την επιτυχία του 1981 αλλά και του 2001 δεν ευτύχησαν να παρακολουθήσουν τα ταλέντα τους να εξελίσσονται. Επίσης ακόμη και από τις λεγόμενες μεγάλες χώρες, ελάχιστες φορές οι μικροί έκαναν το άλμα και δικαίωσαν τις υποσχέσεις που άφησαν. Για κάθε έναν Ανρί (που ήταν ο σκόρερ του τελικού για τη Γαλλία το 1996) υπάρχουν πολλοί άλλοι που χάθηκαν, σαν τον Ισπανό Ααρόν που έβαλε το μοναδικό γκολ εναντίον μας το 2007 και αγνοείται πια η τύχη του, αφού μάλιστα κάποια στιγμή πέρασε από τα μέρη μας με τη φανέλα του Ηρακλή. Για κάθε Φίλιπ Λαμ (που μάλιστα ήταν αναπληρωματικός στη Γερμανία το 2002) υπάρχουν άλλοι δέκα παίκτες που πάλεψαν και απέτυχαν να κάνουν κάτι ξεχωριστό στην καριέρα τους.

Δεν είναι τυχαίο πάντως πως η Ισπανία έχει βγάλει τα τελευταία 15 χρόνια πολλά αστέρια από αυτές τις ομάδες (Τόρες, Τσάβι, Ινιέστα, Κασίγιας, Σεσκ, Σέρχιο Ράμος, Νταβίντ Σίλβα, Αλμπιόλ, Πικέ, Μάτα, Χάβι Μαρτίνεθ), έχοντας κατακτήσει μαζί με τους Γάλλους τα πιο πολλά Κύπελλα. Αυτοί οι χαρισματικοί παίκτες τη βοήθησαν να δρέψει επιτυχίες με την τριπλή επικράτηση σε Euro και Μουντιάλ. Η Ιταλία του 1995, που συνετρίβη από την Ισπανία στον τελικό που είχε γίνει στο Λιτόχωρο, τροφοδότησε την πρωταθλήτρια κόσμου του 2006 με τον Τότι, τον Πίρλο και τον Μπουφόν, με χαρακτηριστικό μάλιστα πως ο πιο ακριβοπληρωμένος τερματοφύλακας του κόσμου σε εκείνο το τουρνουά υπήρξε αναπληρωματικός του Μόργκαν ντε Σάνκτις! Οι συχνές παρουσίες των «ατζούρι» στα τελικά τέτοιων διοργανώσεων τους τροφοδοτούν με ταλέντα που γίνονται άνδρες, όπως έγινε με τον Μοντολίβο, τον Νοτσερίνο, τον Πατσίνι, τον Κιελίνι, ακόμη και τον Ακουιλάνι.

Όμως η αλήθεια είναι σκληρή. Από ολόκληρα ρόστερ νικητών ελάχιστοι κάνουν καριέρα! Από τη Δυτική Γερμανία του 1981 μόνο ο Βόλφαρτ τα κατάφερε και σαν άνδρας. Από τη γερμανική ομάδα του 2008 μόνο ο (κορυφαίος του τουρνουά) Λαρς Μπέντερ ήταν μέλος της ομάδας του Λεβ στο Euro 2012. Από την εντυπωσιακή Σκωτία του '82 μόνο ο Πολ ΜακΣτέι έγινε διεθνής με διψήφιο αριθμό συμμετοχών στο επόμενο επίπεδο. Η Αγγλία του 1993 διέθετε Σκόουλς, Γκάρι Νέβιλ, Κάμπελ και είχε τον πρώτο σκόρερ του τουρνουά, Ρόμπι Φάουλερ. Ολοι τους έπαιξαν και στην εθνική Ανδρών, αλλά αυτός που ήταν το αστέρι της ομάδας τότε, ο Λι Σαρπ, όχι μόνο δεν έκανε το ανάλογο «μπαμ» σε διεθνές επίπεδο, αλλά «τελείωσε» γρήγορα και από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, όταν ο Φέργκιουσον διέκρινε ίχνη βεντετισμού.

Φυσικά δεν γίνονται όλοι σταρ. Και μία επιτυχία που αποτυπώνεται σε μία Τρίτη θέση ή ακόμη και σε ένα τελικό δεν σημαίνει κάτι. Το 1974 πήγαμε στα τελικά των Νέων για πρώτη φορά στη Σουηδία και παρ' ότι αγωνιστικά αποτύχαμε, μερικά από τα παιδιά που αποτελούσαν την ομάδα ήταν η βάση της μεγάλης επιτυχίας (υπό τον Αλκέτα Παναγούλια) της πρώτης μας πρόκρισης στο Euro το 1980. Αλλά αν ανατρέξουμε πίσω στον χρόνο και πάμε στο 1999, ποιος θυμάται αλήθεια πως σε επίπεδο Νέων μπήκαμε στην τετράδα και παίξαμε μικρό τελικό κόντρα στην Ιρλανδία; Για κάθε έναν Χαριστέα και Δημήτρη Παπαδόπουλο που έγιναν πρωταθλητές Ευρώπης το 2004 και για τον Ταβλαρίδη που έπαιξε με καλά συμβόλαια στο εξωτερικό, υπάρχουν πολλοί που τους ξέχασε ο χρόνος και ο κόσμος. Και αυτό είναι το μεγαλύτερο μάθημα από τέτοιες διοργανώσεις.

ΠΗΓΗ: Sportday