Τα στραβά και τα καλά του Μίχαελ Σκίμπε

Το πιο πιθανό σενάριο για μένα πια, είναι να ανοιχτούμε στο δεύτερο ματς, παίζοντας ρέστα μήπως και ρεφάρουμε τη βαριά -  όπως και να το κάνουμε - ήττα στο Ζάγκρεμπ, να μας βρουν μπόσικους οι Κροάτες και να μας ρίξουν κανένα-δύο «ξεγυρισμένες» ακόμα και κάπως έτσι να λάβει τέλος η σεμνή τελετή πρόκρισης στο Mundial.

Ας τα παίξουμε όμως όλα για όλα, 90 λεπτά είναι, τι περισσότερο να χάσεις δηλαδή από την ποδοσφαιρική σου υπόληψη αν κυνηγήσεις με πάθος τη νίκη και όπου (όπως) βγει, από το να σε… τρομάζει και η σκιά σου; Ο βρεμένος άλλωστε τη βροχή δεν τη φοβάται!

Σύμφωνοι, οι συνθήκες κάθε άλλο παρά σε βοηθούν, παρά σε προδιαθέτουν, δεν σου παρέχουν κίνητρο, δεν σε εξιτάρουν.

Το σκορ του πρώτου αγώνα είναι μεγάλης έκτασης και… ελαφρώς άδικο εδώ που τα λέμε, γιατί η Κροατία άσε που δεν το συνηθίζει να σκοράρει με βολές κατά ριπάς (ειδικά στα εντός έδρας παιχνίδια της), δεν ήταν και δεν είναι και η διαφορά των δύο αντιπάλων τέτοιας διάστασης.

Έτσι όπως διαμορφώθηκε όμως η κατάσταση, η ρεβάνς στο Καραϊσκάκη έχει καθαρά τυπικό χαρακτήρα, αφού η κλάση της Κροατίας δεν σε αφήνει ούτε να ονειρεύεσαι!

Γκάλοπ και διχογνωμία

Πιο πολύ μου κάνει για ένα παιχνίδι στυλ Champions League, με μεγαθήριο ορθωμένο ενώπιον σου, πολύ πάνω από το μπόι σου, οπότε αρχίζεις εκείνες τις κλασικές δηλώσεις, όπως «πάμε να το χαρούμε», «εμείς θα κάνουμε ότι περνάει από το χέρι μας», «είμαστε αποφασισμένοι να πουλήσουμε ακριβά το τομάρι μας» και άλλα τέτοια παρόμοια, που και μόνο που τα ακούς σου έρχεται πιο πολύ η επιθυμία να… μπουκάρεις σε κανένα θέατρο ή κινηματογράφο, Κυριακή που είναι κιόλας, μήπως και «σπρώξεις» καλύτερα, πιο ευχάριστα το βράδυ σου.

Η πρόκριση άρχισε και τελείωσε την Πέμπτη. Και άμα κοιτάξουμε την αλήθεια κατάματα, αποδίδεται και δικαιοσύνη. Η καλύτερη ομάδα – όχι θεωρητικά αλλά και πρακτικά κατόπιν του 4-1 – θα ταξιδέψει το καλοκαίρι στη Ρωσία και εμείς θα βλέπουμε τη γιορτή από τους καναπέδες.

Ενόσω, στο μεταξύ, θα περιέλθουμε σε κατάσταση εσωστρέφειας και των συνηθισμένων αναζητήσεων γύρω από μια οριστική απόφαση, αν μας «κάνει» ή όχι ο Σκίμπε.

Τριγύρω μας, κορυφώνονται οι συζητήσεις πέριξ του προσώπου του ομοσπονδιακού και τα γκάλοπ δίνουν και παίρνουν, με την τάση να είναι μάλλον μοιρασμένη και τη διχογνωμία να κυριαρχεί.

Τι ψάχνουμε λοιπόν; Να εκτιμήσουμε αν ο Γερμανός απέτυχε, οπότε να πάει σπίτι του και εμείς να αναζητήσουμε τον ικανότερο που θα τον αντικαταστήσει ή να του εμπιστευθούμε το τιμόνι και για το Euro 2020, το οποίο παρεμπιπτόντως, θυμίζω, την τελική φάση του θα τη δούμε, πρώτα ο Θεός, να διεξάγεται σε 13 διαφορετικά γήπεδα, ταξιδεύοντας σε ισάριθμες ευρωπαϊκές πόλεις.

Από το Μπακού και το Αζερμπαϊτζάν, στο Δουβλίνο, το Μπιλμπάο, την Αγία Πετρούπολη, τις Βρυξέλλες, τη Βουδαπέστη, το Βουκουρέστι, το Άμστερνταμ, τη Γλασκώβη, την Κοπεγχάγη και το Μόναχο, μέχρι το Λονδίνο και το Γουέμπλεϊ, που θα φιλοξενήσει τους δύο ημιτελικούς και τον τελικό.

Ο προβληματισμός για μένα είναι διπλός:

Είχε τα φόντα αυτή η Εθνική Ομάδα για καλύτερα αποτελέσματα στον Όμιλο της; Της άρμοζε πιο πολύ η πρωτιά και όχι στο Βέλγιο; Ίσως μπορούσε να προκριθεί μέσω των μπαράζ αποκλείοντας την Κροατία, άρα οι ευθύνες βαρύνουν τον Σκίμπε σε βαθμό… ασυγχώρητο, οπότε τον ευχαριστούμε και του… στέλνουμε φιλιά στη θεία, στη γενέτειρα του, το Γκελσενκίρχεν;

Να φύγει αυτός και να έρθει κάποιος άλλος που θα είναι όμως καλύτερος; Δεν το ξέρεις. Φτου ξανά μανά από την αρχή στη διερεύνηση και στα ρίσκα της όποιας επιλογής. Γιατί και με πολυδιαφημισμένο όνομα να συμφωνήσεις, η επιτυχία με την αποτυχία από μια κλωστή πάλι θα κρέμονται. Επί ξυρού ακμής η απόφαση περί διαδόχου. Θυμηθείτε τι συνέβη με τον Ρανιέρι. Και μην ακούσω πάλι τα περί «τελειωμένου προπονητή», απαρχαιωμένων μυαλών και αναχρονιστικού ποδοσφαίρου, γιατί φεύγοντας (οικτρά) αποτυχημένος από εμάς, πήγε στην Αγγλία και έβγαλε τη Λέστερ πρωταθλήτρια (εισπράττοντας για την «εποποιία» του 150 εκ. !) και… μίλησαν και οι μουγγοί, που λέει, καλή του ώρα και ένας φίλος μου!

Και έτσι και αλλιώς

Ας πιάσουμε το πρώτο ερώτημα, αρχίζοντας από τις αρνητικές επισημάνσεις στον επαγγελματικό βίο του Μίχαελ Σκίμπε με το ελληνικό εθνόσημο στη γαλανόλευκη φόρμα του:

Συντηρητικός τεχνικός. Αμετακίνητος στο λατρεμένο του, 4-2-3-1, με δύο κλασικούς κόφτες στο κέντρο, ανεξαρτήτως αντιπάλου και συνθηκών. Για να βγάλει την ομάδα από το καβούκι της, δεν του έφταναν ούτε τα 4 γκολ με το Γιβραλτάρ στο Φάληρο, τον περασμένο μήνα. Με το σκορ στο 3-0, μπαίνοντας στο τελευταίο κομμάτι του αγώνα και με την πρόκριση καπαρωμένη, αντικαθιστά Σωκράτη με… Τζιόλη! Μη και δεν παίξει σε ένα ματς η «μαούνα»!

Εμμονικός. Με τις προσκλήσεις που άρχισε πριν δύο χρόνια τους προκριματικούς αγώνες του Mundial, με τις ίδιες πάνω-κάτω τους ολοκληρώνει και σχεδόν με τα ίδια πρόσωπα να μπαινοβγαίνουν 11άδα.

Αμετακίνητος στο να στηρίζεται στους ίδιους και τους ίδιους διεθνείς που πίστεψε από την πρώτη στιγμή, ακόμα και αν αυτοί μεγάλωσαν, βρέθηκαν σε περιόδους ντεφορμέ ή παίζουν από ελάχιστα έως καθόλου στους συλλόγους τους.

Γράφτε: Μανιάτης, Σταφυλίδης, Καρνέζης, Τζιόλης, Τζαβέλας, Μπακασέτας (έρωτας ανεπανάληπτος ακόμα και όταν δεν αγωνιζόταν καθόλου όχι τους τελευταίους μήνες που μπαίνει και αλλαγή από τον Χιμένεθ στην ΑΕΚ!), Ταχτσίδης. Δεν είναι ένας και δύο!

Δυσκίνητος στον πάγκο, κατά τη ροή του ματς. Το είδαμε και στο Ζάγκρεμπ μόλις προχτές, με τις αλλαγές του, που ήταν… αλλού για αλλού.

Επειδή όμως αναφέρθηκα στο συγκεκριμένο παιχνίδι, το οποίο ότι και αν έγινε μέχρι τώρα, αυτό ουσιαστικά έκρινε τον αποκλεισμό μας (;) από τα τελικά, οφείλω να τονίσω κάτι ακόμα σε αντιδιαστολή:

Πήγαμε να δώσουμε το καθοριστικό ματς για τη Ρωσία χωρίς όχι απλά τρεις βασικές μονάδες μας, αλλά τρεις διεθνείς έμπειρους, άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο, οι οποίοι σχεδόν πάντα σε όλη αυτή τη διαδρομή της προκριματικής φάσης, είχαν σταθερά καλή απόδοση και συνεισφορά.

Οι Μανωλάς, Μάνταλος και Τοροσίδης δεν έλειψαν, παρά-έλειψαν από αυτό το παιχνίδι!

Και θα προσθέσω και την απουσία του Δώνη, ο οποίος απέναντι στην κακή κροατική άμυνα και ιδίως του Λόβρεν, που ήταν ο αδύναμος κρίκος στο κέντρο της, με τα τρεξίματα και την ευελιξία του στο πάτημα περιοχής, ίσως θα μπορούσε να προκαλέσει ζημιές. Ειδικά μετά το 2-1, αλλά και στο 3-1 που είχαν ανοιχτεί πολύ οι Κροάτες.

Επομένως, τι να έκανε και ο ομοσπονδιακός προπονητής; Σε αυτό τον αγώνα, αλλά και γενικότερα.

Μας συμμάζεψε ύστερα από την κατηφόρα που πήραμε την περασμένη διετία, όταν το πισωγύρισμα της Εθνικής φαινόταν να μην έχει σταματημό. Αποκορύφωμα το χάλι της αγωνιστικής εικόνας της και οι δύο ιστορικές, ντροπιαστικές ήττες από τα νησιά Φερόε!

Τι παραπάνω;

Τα στραβά του τα επισήμανα και τα είδαμε όλοι. Μας έκανε όμως πάλι ομάδα. Διεκδικήσαμε με αξιοπρέπεια και φόντα την παρουσία μας στο Παγκόσμιο Κύπελλο και δεν πετυχαίνουμε το στόχο γιατί εν κατακλείδι δεν μας το επιτρέπει μια παραδοσιακή τεράστια ποδοσφαιρική σχολή.

Σε μια εποχή που για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, εξάλλου, που το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν διάγει τους παραγωγικότερους καιρούς σε ταλέντο και ποιότητα.

Δεν έχει η Εθνική την πολυτέλεια επιλογών και λύσεων στο βαθμό που είχε στην προηγούμενη γενιά, ούτε φυσικά στην πιο πίσω, του 2004.

Τι περισσότερο δηλαδή θα έκανε κάποιος άλλος στη θέση του 52χρονου τεχνικού;

Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Σαν την απόφαση να τον διώξεις τον Σκίμπε ως αποτυχημένο. Που σίγουρα ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ!