Αθανάσιος Τζήλος: Είναι λίγο ή μάλλον πολύ αργά για δάκρυα απ’ όλους και για όλα στο ποδόσφαιρο.
Το κακοπαιγμένο και χιλιοπαιγμένο έργο της… αγανάκτησης, της… καταδίκης και της… αντίδρασης με αφορμή κάθε φορά κάποιο «τραβηγμένο» ή ολοφάνερα οδυνηρό γεγονός στο χώρο του ποδοσφαίρου, έχει παιχθεί πολλές φορές μέχρι τώρα.
Πολλές φορές και όλες ανεξαιρέτως χωρίς κανένα αποτέλεσμα.
Ακόμα και οι πρωταγωνιστές, ακόμα και τα θύματα των συγκεκριμένων επεισοδίων, μάλλον πολύ αργά «θυμήθηκαν» να οργιστούν και να… αντιδράσουν.
Κι αυτό ισχύει και για την τελευταία περίπτωση, αυτή του ξυλοδαρμού του Τζήλου και την απεργία που εξήγγειλαν οι διαιτητές σαν διαμαρτυρία για το βάναυσο αυτό περιστατικό.
Και για να τα πάρουμε λίγο από την αρχή.
Κατ’ αρχήν και για να ξεμπερδεύουμε με τα προφανή.
Προφανώς και όλοι καταδικάζουμε το συγκεκριμένο γεγονός.
Προφανώς και όλοι ευχόμαστε τα καλύτερα στο θύμα.
Προφανώς και όλοι λέμε να μην ξανασυμβούν ποτέ τέτοια περιστατικά.
Και προφανώς φυσικά, όλοι τα έχουμε ξαναπεί αυτά πολλές φορές και κυρίως… επετειακά κάθε φορά που έχουμε έξαρση σε φαινόμενα βίας ή περιστατικά σαν κι αυτό με τον Τζήλο.
Δυστυχώς όμως, άλλο τόσο προφανές για κάθε λογικό άνθρωπο είναι, το ότι η συντριπτική πλειοψηφία –κι όταν λέμε συντριπτική εννοούμε κοντά στο 95%- αυτών που μιλάμε, αγανακτούμε, καταδικάζουμε και αντιδρούμε, δεν έχουμε το δικαίωμα να κάνουμε κάτι απ’ όλα αυτά.
Κι αν το κάνουμε όποτε το κάνουμε και με όποιο τρόπο κι αν το κάνουμε, περισσότερο αυτό έχει να κάνει με μια προσπάθεια… εξαγνισμού ή πλυντηρίου των ευθυνών μας για όλα αυτά, παρά για κάτι πιο ουσιαστικό και αποτελεσματικό.
Με λίγα λόγια, όποιος δεν έχει να επιδείξει «ώρες πτήσης» ενάντια στο ποδόσφαιρο και την «λογική» που γεννάει τέτοια φαινόμενα και πολύ περισσότερα κάνει… αντικειμενική την ύπαρξή τους, δεν έχει κανένα δικαίωμα να μιλάει τώρα.
Γιατί λοιπόν απορείτε όλοι και εξοργίζεστε;
Γιατί σαν φαίνεται περίεργο που έχουμε και ξαναέχουμε φαινόμενα σαν κι αυτό του Τζήλου;
Αυτό το ποδόσφαιρο δεν υπηρετείτε τόσα χρόνια;
Γιατί τι άλλο μπορεί να είναι ένα ποδόσφαιρο στο οποίο «κατοχυρώσατε» δια νόμου με τα όσα λέγατε και γράφατε τόσα χρόνια για τους προεδράρες που όλα τα ελέγχουν και όλα τα σφάζουν και τα μαχαιρώνουν;
Τέτοιο ποδόσφαιρο θέλατε και τέτοιο ποδόσφαιρο υπηρετείτε και σε τέτοιο ποδόσφαιρο ζείτε, κάνετε καριέρες και κονομάτε.
Ποδόσφαιρο των νταβατζήδων και της βίας.
Ποδόσφαιρο στο οποίο όποιος πρόεδρος μπορεί και ελέγχει το παρασκήνιο είναι μάγκας και όποιος είτε δεν θέλει να ανακατευτεί με όλα αυτά, είτε ακόμα χειρότερα υφίσταται τις συνέπειες ο ίδιος και η ομάδα του αυτής της κατάστασης, είναι ο μ…κας της υπόθεσης, το θύμα, ο ανίκανος και πρέπει να… σας αδειάσει την γωνιά.
Ή μήπως είναι διαφορετικά τα πράγματα;
Κι αφήστε αυτά τα ψευτοκιριλίκια του στιλ «μα εμείς δεν λέμε να κάνει τα ίδια, αλλά να… προστατεύει την ομάδα του».
Γιατί θα πρέπει κάποια στιγμή να εξηγήσετε και στα γραφτά και στα λεγόμενα και στην πρακτική σας, για ποιο λόγο όποιος θέλει να μπει στο ποδόσφαιρο θα πρέπει λειτουργήσει και σαν «προστάτης» και τι ακριβώς σημαίνει επί της ουσίας αυτή η… προστασία.
Για πέστε μας αλήθεια, όταν μιλάμε για «προστασία» μια ομάδας και ζητάμε από ένα παράγοντα να το κάνει, με ποιο ακριβώς τρόπο εννοούμε ότι θα το κάνει;
Ποιος άλλος τρόπος εκτός από τον χρηματισμό και την χρήση βίας και ανθρώπων της νύχτας, μπορεί να… προστατεύσει μια ομάδα ή ένα πρόσωπο σε ένα ποδόσφαιρο που λειτουργεί με αυτούς τους όρους.
Κι ας μας εξηγήσουν ταυτόχρονα και οι ίδιοι οι παράγοντες ή τα γραφεία τύπου των διάφορων ΠΑΕ, τι εννοούν όταν κάνουν ηλίθιες και φανφαρόδικες δηλώσεις και ανακοινώσεις «δεν θα ανεχθούμε και δεν θα επιτρέψουμε άλλο τη αδικία σε βάρος της ομάδας μας», με ποιο ακριβώς τρόπο δεν θα… ανεχθούν και πολύ περισσότερο δεν θα… επιτρέψουν την αδικία;
Μην κοροϊδευόμαστε λοιπόν μεταξύ μας.
Όποιος τόσα χρόνια έχει «υπηρετήσει» με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αυτές τις λογικές και αυτού του είδους το ποδόσφαιρο και τους ανθρώπους του, δεν έχει δικαίωμα να μιλάει σήμερα.
Κι αυτό ισχύει για όλους.
Και για τους παράγοντες και για τους οπαδούς και για τους δημοσιογράφους και για την Πολιτεία και για τα ίδια τα θύματα ακόμα των περιστατικών που ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΑ γεννιούνται από τέτοιου είδους καταστάσεις.
Ναι ακόμα και απ’ τα θύματα.
Γιατί εγώ καταλαβαίνω και την αγανάκτηση και τον φόβο και όλα όσα έκαναν τους διαιτητές να αντιδράσουν έτσι μετά τον βάναυσο και ύπουλο ξυλοδαρμό του Τζήλου.
Αναρωτιέμαι όμως.
Μόνο το… ξύλο είναι αυτό που μοιάζει ικανό να τους… εξαγριώσει και να τους κάνει να αντιδράσουν;
Όταν σφυρίζουν σε ένα γήπεδο και ανέχονται μια εξέδρα ολόκληρη να τους βρίζει χυδαία, να τους απειλεί ανοιχτά, να φωνάζει εμετικά και γλοιώδη συνθήματα για τους ίδιους, για τις μανάδες τους, για τα παιδιά τους και για ότι έχουν ιερό, δεν αγανακτούν;
Δεν νοιώθουν την ανάγκη να αντιδράσουν;
Να διακόψουν ένα αγώνα και να σηκωθούν να φύγουν, να απέχουν, να κάνουν οτιδήποτε;
Και για να έχουμε και καλό ρώτημα, οι καλοί και αγνοί μας κύριοι διαιτητές αισθάνθηκαν οργισμένοι –και δικαίως- όταν ξυλοφορτώθηκε ένας συνάδελφός τους, αλλά όταν η ίδια η ηγεσία και η Ομοσπονδία τους, με λίγα λόγια λέει σε όλους τους πως «σας θεωρούμε ή ανίκανους ή λαμόγια που τα πιάνετε και έτσι στα κρίσιμα ματς ή σε όποιο ματς μας ζητήσει οποιαδήποτε ομάδα θα βάζουμε ξένους διαιτητές» δεν αγανακτούν;
Δεν προσβάλλονται;
Δεν οργίζονται;
Δεν ντρέπονται;
Δεν φοβούνται για τις συνέπειες;
Και αν σε κάτι απ’ όλα αυτά, τότε πως αντέδρασαν;
Με μια επιστολούλα για τα μάτια του κόσμου και για να πούμε ότι «να αντιδράσαμε», αλλά κατά τα άλλα συνεχίζουμε να σφυρίζουμε όπου μας ορίζουν και να «εισπράττουμε» το αντίτιμο;
Όταν η ίδια σου η ηγεσία και Ομοσπονδία λέει σε όλο το φίλαθλο κοινό ότι επί της ουσίας σε θεωρεί ή ανίκανο ή λαμόγιο, σου φαίνεται ότι είναι κάτι πιο… ελαφρύ και πιο… ευκολοχώνευτο από το να σου στήσουν καρτέρι και να σε δείρουν;
Γι’ αυτό λοιπόν σας λέω.
Τζάμπα και πολύ αργά πια όλα.
Και τα χυμένα δάκρυα και τα ανάθεμα και οι καταδίκες και οι αντιδράσεις και τα καυτά και πύρινα λόγια και γραφτά για όσα γίνονται στο ποδόσφαιρο.
Και δυστυχώς πολύ αργά είναι και για τους φίλους μας τους διαιτητές.
Άργησαν πολύ και να αγανακτήσουν και να φοβηθούν και να αντιδράσουν.