Γιος Γερμανών μεταναστών, μικρότερος από τέσσερα αδέλφια που έφυγαν, ακόμη περισσότερο πρόωρα από ιλαρά και φυματίωση, ο Γκέριγκ γεννήθηκε στις 19 Ιουνίου του 1903 και πέθανε, πάντα στη Νέα Υόρκη στις 2 Ιουνίου του ’41, δύο μόλις εβδομάδες πριν προλάβει να σβήσει τα 38 του κεράκια. Ήδη όμως από τα 36 του, με δάκρια στα μάτια και με τρεμάμενη φωνή είχε αναγκαστεί ν’ αποχαιρετήσει τους Γιάνκις, το μπέιζμπολ, αλλά και τα εκατομμύρια των Αμερικανών φιλάθλων που παρέμειναν με δέος, σεβασμό και εκκλησιαστική ευλάβεια κολλημένοι στα ραδιόφωνά τους για ν’ ακούσουν τα γιατί ενός τόσο πρόωρου αντίο. «Για κάποιο λόγο η μοίρα μπορεί να με χτύπησε, αλλά θα είμαι πάντα ευγνώμων για την αγάπη που εισέπραξα, από το μπέιζμπολ και τον κόσμο», έλεγε στις 4 Ιουλίου του ’39 στο κατάμεστο «Yankee Stadium», την τελευταία μέρα που φόρεσε ποτέ τη θρυλική φανέλα με το Νο 4.
Κανείς δεν ήξερε, ούτε και ο ίδιος τι είχε συμβεί ξαφνικά στο σώμα του άλλοτε «γίγαντα», σχεδόν 1.90 ύψος, με τη δύναμη ενός «Iron Horse. Ενός σιδερένιου αλόγου όμως, όπως ήταν το δεύτερό του παρατσούκλι, που ήδη από το 1936 έδειχνε να μην είναι πλέον το ίδιο, έχοντας χάσει τη δύναμή του και την ταχύτητα στις κινήσεις του. Δεν είναι τίποτα, πάσχει από πόνους στη μέση, είχαν αποφανθεί οι τότε γιατροί. Εκείνος όμως χειροτέρευε μέρα με την ημέρα μέχρι που καθηλώθηκε σε αναπηρικό καροτσάκι.
Ένα σοκ για τον υπέρ- αθλητή που είχε μπει στα αλμανάκ του μπέιζμπολ για τις 22.857 αμυντικές του προσπάθειες, για τα 493 «Home Run», τα 23 «grand slam» ή τα τρία «Triple Crown». Που αγωνίστηκε από το 1923 έως το 1939 στους Νιου Γιορκ Γιάνκις, σε 2.130 συνεχόμενα παιχνίδια, πράγμα που σημαίνει ότι δεν έλειψε ούτε σε ένα, στα 18 χρόνια μεγαλειώδους καριέρας. Μόνο σε δύο περιπτώσεις λίγο έλειψε να καταρρίψει εκείνο το μοναδικό ρεκόρ: το ’33 χτυπήθηκε στο κεφάλι από το μπαλάκι (τότε οι παίκτες χρησιμοποιούσαν ακόμη το καπελάκι, ενώ το κράνος έγινε υποχρεωτικό στη δεκαετία του ’40), αλλά ξανά μπήκε στο γήπεδο σε ημιλιπόθυμη κατάσταση. Ενώ το ’34, και πάλι από τη δερμάτινη σφαίρα 145 γραμμαρίων είχε χάσει τις αισθήσεις του για τέσσερα, όλα κι όλα λεπτά.
Τα πραγματικά αίτια της σταδιακής του πτώσης, μελετήθηκαν και ανακοινώθηκαν χρόνια μετά τον θάνατό του αν και η αμυοτροφική, πλάγια, σκλήρυνση, μία προοδευτική, εκφυλιστική ασθένεια που προσβάλει τα κινητικά νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου και του νωτιαίου μυελού προκαλώντας τη σταδιακή παράλυση είχε πρώτο ανακαλυφθεί μεταξύ του 1869 και του 1874 από τον Γάλλο νευρολόγο, Ζαν Μαρτέν Σαρκό. Με τα χρόνια όμως ονομάστηκε και ως Νόσος του Γκέριγκ γιατί την εποχή εκείνη ήταν η πρώτη διασημότητα που προσεβλήθη από τα συγκεκριμένα συμπτώματα. Συνήθως η συχνότητά της είναι 2 με 3 ανθρώπους ανά 100.000, κυρίως άνδρες, αλλά στη δεκαετία του ’90 διαπιστώθηκε ότι ένας αθλητής, κυρίως ποδοσφαιριστής είναι 25 έως και 30 φορές περισσότερο επιρρεπής στο να προσβληθεί ο κινητικός τους νευρώνας.
Στη Νόσο του Γκέριγκ οφείλονται οι θάνατοι των άλλοτε ποδοσφαιριστών Μποργκονόβο, Σινιορίνι, Μπούπα Ντιόπ, Ροβέρσι ή Τάκολα. Στο μεγεθυντικό φακό των ερευνών και των αναλύσεων μπήκαν και κάποια φυτοφάρμακα που συνήθως χρησιμοποιούνται για το ράντισμα του χλοοτάπητα, μετά κάποια αναβολικά ή κάποια συμπληρωματικά, ειδικά σκευάσματα για τη μυϊκή μάζα. Θεωρίες που σταδιακά έπεσαν χάρη και στη βοήθεια προσωπικών μελετών του διάσημου Άγγλου αστροφυσικού, Στίβεν Χόκινγκ που προσεβλήθη από τη Νόσο το ’53, σε ηλικία 21 ετών καταφέρνοντας να ζήσει με αυτήν έως και τα 76του εμμένοντας, και σωστά, στη θεωρία του περί αυτό- άνοσου. Κάτι που το μακρινό ’40 ήταν αδύνατον να εκτιμηθεί.