Η εν ψυχρώ δολοφονία δύο Σουηδών φιλάθλων στο κέντρο της βελγικής πρωτεύουσας, από έναν Τυνήσιο που, πριν οπλίσει το καλάσνικοφ φώναξε, εις το όνομα του Isis, «Allahu Akbar» ήταν δυστυχώς, μία ακόμη μαύρη σελίδα στο μαρτυρικό κεφάλαιο Αθλητισμός και Τρομοκρατία που άνοιξε το καλοκαίρι του ’72 στο «Olympiapark» του Μονάχου βάφοντας ύστερα με αίμα, τρόμο και φόβο τους δρόμους της Ατλάντα, της Ανγκόλα, του Παρισιού, αλλά και της Βοστόνης.

Αναμφισβήτητα πρόκειται για μέρες δύσκολες, αυτές που βιώνουμε, πιθανότατα για απρόβλεπτους μήνες που θα έρθουν, για ένα κλίμα γενικής αβεβαιότητας και φόβου, καθαρά και ξάστερα, φόβου παγκόσμιας σύρραξης. Και όταν η τρομοκρατία εισβάλλει και στα γήπεδα, που έως σήμερα θεωρούσαμε το μοναδικό, ασφαλές και αθώο μέρος για να ξανά γίνουμε παιδιά, τότε σημαίνει ότι το πράγμα έχει ξεφύγει. Είναι εκτός ελέγχου. Κι ότι, εάν ζούμε είναι καθαρά από σύμπτωση.

Όπως και οι δύο Σουηδοί φίλαθλοι, που βρέθηκαν στις Βρυξέλλες για το Βέλγιο- Σουηδία, αλλά έπεσαν πάνω στο μένος και τις σφαίρες του Αμπντεσαλέμ Λασουέντ, ενός 45χρονου Τυνήσιου στον οποίο το Βέλγιο αρνείται πολιτικό άσυλο από το ’19 και μόλις είδε ανθρώπους με κίτρινη φανέλα θυμήθηκε ότι πρόσφατα, στη Σουηδία κάποιοι έκαψαν δεκάδες τόμους του Κορανίου, έχασε το μυαλό του αφαιρώντας, με το έτσι θέλω, δύο ζωές. Αδιάφορο τι ακριβώς απέγινε ο Λασουέντ: σύμφωνα με κάποιους δολοφονήθηκε από την αστυνομία, σύμφωνα με άλλους απλά συνελήφθη. Αδιάφορο επίσης το αν Βέλγοι και Σουηδοί ποδοσφαιριστές, μόλις πληροφορήθηκαν το συμβάν αρνήθηκαν να κατέβουν στον αγωνιστικό χώρο για το δεύτερο ημίχρονο ενός αγώνα που, η Uefa ανέβαλλε απ’ αόριστον. Όσο το γεγονός ότι θα πρέπει πλέον να μάθουμε να συμβιώνουμε με τη βία, τον φόβο, την τρομοκρατία, ανά πάσα στιγμή έτοιμη να σκοτώσει τον αθλητισμό.

 

 Η εισβολή στον «ιερό» κόσμο των σπορ είχε ξεκινήσει στις 4.30 τα ξημερώματα της 5ης Σεπτεμβρίου του 1972 κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του Μονάχου. Μεθυσμένοι, από τα λίτρα αλκοόλ που κυλούσαν στις φλέβες τους, και απόλυτα βέβαιοι ότι εκείνη τη στιγμή βοηθούσαν συναθλητές τους, μέλη της αμερικανικής ομάδας βοήθησαν κάποιους να πηδήξουν τον τοίχο και να εισβάλλουν στο «Ολυμπιακό Χωριό». Δεν ήταν φυσικά αθλητές, αλλά Παλαιστίνιοι «φενταγίν» της τρομοκρατικής οργάνωσης «Μαύρος Σεπτέμβρης», που είχαν την «ιερή» αποστολή να εξοντώσουν την ισραηλινή, ολυμπιακή ομάδα. Οπλισμένοι, εισέβαλλαν στα δωμάτιά τους και αφού τους έπιασαν κυριολεκτικά στον ύπνο, τους έπιασαν ομήρους. Για να τους απελευθερώσουν ζήτησαν από το Ισραήλ την πλήρη απελευθέρωση όλων των Παλαιστινίων κρατουμένων από τις ισραηλινές φυλακές, συν την απελευθέρωση των Μπάντεν και Μάινχοφ, η τότε πρωθυπουργός, Γκόλντα Μέιρ αρνήθηκε κάθε διαπραγμάτευση και από το μακελειό που ακολούθησε έχασαν τη ζωή τους 11 Ισραηλινοί αθλητές, 5 τρομοκράτες και ένας Γερμανός αστυνομικός.

Ο θάνατος χτύπησε όμως και το 1996, κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων της Ατλάντα. Κάποιος Έρικ Ρούντολφ, μέλος μίας καθολικής αίρεσης που κατηγορούσε την κυβέρνηση για ομοφοβία σκέφτηκε να τοποθετήσει μία βόμβα στο κατάμεστο, από νεολαία «Centennary Park».Έγινε αντιληπτός από έναν αστυνομικό, ο οποίος πρόλαβε να εκκενώσει το πάρκο, η βόμβα εξερράγη το ίδιο και από την έκρηξη σκοτώθηκε η Άλις Χόουθορν, ενώ τραυματίστηκαν σοβαρά 111 άνθρωποι.

Το 2010, σε αγώνα του Copa Africa στην Ανγκόλα το πούλμαν που μετέφερε τους διεθνείς ποδοσφαιριστές του Τόγκο, ανάμεσά τους και τον τότε αστέρα της Μάντσεστερ Σίτι, Εμάνουελ Αντεμπαγιόρ πέφτει ξαφνικά σε ενέδρα οπλισμένων του απελευθερωτικού μετώπου της Καμπίντα που από το ’75 διεκδικεί την ανεξαρτησία του από το Κονγκό και το Κονγκό- Μπραζαβίλ. Επί 20 λεπτά το πούλμαν μετατρέπεται σε σουρωτήρι από τις χιλιάδες σφαίρες που πέφτουν σαν βροχή, οι παίκτες για να γλιτώσουν κρύβονται κάτω από τα καθίσματα, εκτός από τον οδηγό, τον βοηθό προπονητή Βελούντ και τον υπεύθυνο Τύπου, που δεν πρόλαβαν. Σοκαρισμένος, ο Αντεμπαγιόρ αποχαιρετά την εθνική, το Τόγκο εγκαταλείπει τη διοργάνωση και η Fifa επιπλέον το τιμωρεί με 50.000 ελβετικά φράγκα γιατί παράτησε το Copa Africa.

 

Στις 15 Απριλίου του 2013, κατά τη διάρκεια του Μαραθωνίου της Βοστόνης τα αδέλφια Τζοκάρ και Ταμεριάν Τσαρνάεφ, τσετσένικης καταγωγής, αλλά γεννημένα στις Ηνωμένες Πολιτείες τοποθετούν αυτοσχέδιο μηχανισμό που θα προκαλέσει τον θάνατο 4 ανθρώπων, τραυματίζοντας εκατοντάδες, από τους οποίους οι 17 θα υποστούν και ακρωτηριασμό διαφόρων μελών. Ήταν ο τρόπος τους, για να διαμαρτυρηθούν για την αμερικανική πολιτική σε Ιράκ και Αφγανιστάν. Ενώ τον Νοέμβριο του ’15, κατά τη διάρκεια του φιλικού Γαλλίας- Γερμανίας στο κατάμεστο από 81.000 φιλάθλους «Stade de France» του Παρισιού, τρεις μεγάλες εκρήξεις σκόρπισαν τον πανικό στην γύρω περιοχή, στοιχίζοντας τη ζωή και τριών ανθρώπων. Ο κόσμος ενημερώθηκε ότι πρόκειται για απλά καπνογόνα και παρέμεινε στις θέσεις τους, στην πραγματικότητα ήταν μία γιγάντια, τρομοκρατική επίθεση που εξουδετερώθηκε στο παρά 5’ και που, μεταξύ άλλων είχε στόχο τη δολοφονία του τότε Γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολάντ.

Μετά τη νέα τραγωδία των Βρυξελλών, Άγιαξ, Τόττεναμ και Μπάγερν Μονάχου, οι κατεξοχήν φίλο- εβραϊκές ομάδες στην Ευρώπη αύξησαν την ασφάλειά τους φοβούμενες, κυρίως οι Γερμανοί ότι για τις πρόσφατες δηλώσεις του Μαροκινού ποδοσφαιριστή τους, Νουσαϊρ Μαζραουϊ, εμμέσως, πλην, σαφώς, υπέρ του πρόσφατου αιφνιδιασμού της Χαμάς, σε βάρος του Ισραήλ ενδέχεται να υπάρξουν αντίποινα. «Δεν έχει σημασία τι πιστεύω εγώ, αμύνθηκε ο Μαζραουϊ, το θέμα είναι να μην θρηνήσουμε καθημερινά την απώλεια αμάχων». Σωστή σαν σκέψη, αλλά εδώ που φτάσαμε μοιάζει περισσότερο με ουτοπική…