Εκκωφαντικός ήταν ο τρόπος με τον οποίο οι πιτσιρικάδες της «La Masia», της μεγαλύτερης, ποδοσφαιρικής Ακαδημίας του πλανήτη, με τους 17χρονους Γιαμάλ και Κουμπαρσί ή τους 21χρονους, Κασαντό, Φερμίν, Πέδρο και Μπαλντέ βραχυκύκλωσαν, μέσα σε 4 ημέρες, τόσο τη Μπάγερν Μονάχου (4-1) στο Champions League: την οποία το ’19-’20, ο ίδιος είχε οδηγήσει στην κατάκτηση ενός ιστορικού «Sextete», της Μπουντεσλίγκα, του γερμανικού Κυπέλλου, του Σούπερ Καπ Γερμανίας, του Champions League, του Σούπερ- Καπ Ευρώπης, αλλά και του παγκόσμιου πρωταθλήματος της Fifa.

 Όσο τα υπερτιμημένα αστέρια μίας αλαζονικής Ρεάλ Μαδρίτης ταπεινώνοντάς την, μες στο «Σαντιάγο Μπερναμπέου» μ’ ένα αφοπλιστικό, και καθόλα δίκαιο 0-4. Ήταν η 3η «τεσσάρα» που δέχτηκε η βασίλισσα μες στο σπίτι της, τα τελευταία 10 χρόνια, μετά το 0-4 του ’15 (Σουάρεζ 2, Νεϊμάρ, Ινιέστα) και το 0-4 του ’22 (Ομπαμεγιάνκ 2, Αραούχο, Τόρες). Ήταν όμως και η πρώτη ήττα, στο πρωτάθλημα, μες στο «Μπερναμπέου» ύστερα από 39 συνεχόμενα παιχνίδια. Και η πρώτη, σε όλες τις διοργανώσεις ύστερα από 42. Μία, ακόμη μεγαλύτερη ειρωνεία, εάν σκεφτούμε ότι το απόλυτο ρεκόρ αήττητου παραμένει στα χέρια της Μπαρτσελόνα με 43 παιχνίδια. Όσον αφορά τα «El Clasico», από τα συνολικά 286 της Ιστορίας, σε όλες τις διοργανώσεις, στα 186 της Primera Division η Ρεάλ διατηρεί ένα ελαφρύ προβάδισμα με 77 νίκες, 35 ισοπαλίες και 74 ήττες, από τις οποίες έξι, στη Μαδρίτη τα τελευταία 10 χρόνια.  

Ο Φλικ, λοιπόν μέσα σε διάστημα 2.5 μόλις μηνών, όσοι πέρασαν από τότε που αντικατέστησε τον Τσάβι ξανάδωσε στην ομάδα την επιθετικογενή ταυτότητα που της αξίζει, όχι μόνο συνδυάζοντας τη δίψα των «χρυσών» πιτσιρικάδων του με την πείρα του 36χρονου Λεβαντόφσκι, αλλά και εφαρμόζοντας ένα ιδιαίτερα «ψηλό» και πειθαρχημένο οφ-σάιντ που βραχυκύκλωσε τις «Merengues». Στέλνοντάς τες σε αντικανονική θέση 11 φορές, από τις οποίες τις 8 με τον Εμπαπέ, στο πρώτο του, και άκρως τραυματικό «El Clasico». Σε δύο περιπτώσεις, στο 30’ και το 66’ ο Γάλλος σούπερ- σταρ είχε καταφέρει να νικήσει και τον Ινιάκι Πένια, χωρίς ωστόσο ν’ αντιληφθεί ότι και τα δύο γκολ είχαν πέσει στην αριστοτεχνική παγίδα που είχε στήσει ο Φλικ.

Ο τρίτος Γερμανός προπονητής, μετά τους Βαϊσβάλερ και Λάτεκ που κάθεται στον πάγκο της Μπαρτσελόνα και που εμπνέεται, αμυντικά από τη μεγάλη Μίλαν του Αρίγκο Σάκι και επιθετικά από την εξίσου ανίκητη Μπαρτσελόνα του Πεπ Γκουαρντιόλα. Αναπόφευκτο να βαπτίσουν τη νέα του ποδοσφαιρική πρόταση ως «Flicki- Flaka» και ποιος ξέρει πως αλλιώς θα την επονόμαζαν εάν ο Λεβαντόφσκι, σκόρερ των δύο από τα τέσσερα γκολ δεν έστελνε, πρώτα στο δοκάρι, ύστερα άουτ, σε άδειο τέρμα δύο ακόμη ευκαιρίες για να υπογράψει ένα ιστορικά, προσωπικό poker.

Ωδή, λοιπόν στους «Blaugrana» που επέστρεψαν, με εκκωφαντικό τρόπο στην κορυφή της Liga, και της Ευρώπης. Ωδή όμως και στον Φλικ, έναν παρεξηγημένο προπονητή που ύστερα από το «αγροτικό» του χρόνων δίπλα από τους Τραπαττόνι, Ματέους και Λεβ (σε μία εθνική ομάδα, τη φανέλα της οποίας δεν έτυχε να φορέσει ποτέ ως παίκτης), χαράζει με θεαματικό τρόπο μία νέα, και συνεχώς αναρριχόμενη πορεία.