Από τους πλέον κα τάλληλους ανθρώ πους σε τέτοια θέ ματα. Γιατί αυτά τα θέματα για να τα προσεγγίσεις σοβαρά, πρέπει να έχεις βαθιά γνώση, μεγάλη εμπειρία και «ακραία» αντικειμενικότητα. Ο Στέφανος Καραβίδας τα συγκεντρώνει όλα! Ιπτάμενος επισμηναγός εν αποστρατεία της Πολεμικής Αεροπορίας, ΜΑ Διεθνών Σχέσεων και υποψήφιος διδάκτωρ Γεωπολιτικής της Αεροπορικής Ισχύος στο ΕΚΠΑ! Ηταν πιλότος μαχητικών αεροσκαφών, σε πολεμικές μοίρες πρώτης γραμμής και τα τελευταία χρόνια εργαζόταν στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, στο Αμπού Ντάμπι, ως εκπαιδευτής πτήσεων.
Η κουβέντα έχει φουντώσει για το αν η αγορά αεροσκαφών F-35A Lightning από την Ελλάδα θέτει τη χώρα μας σε θέση ισχύος έναντι της Τουρκίας, που θα πάρει F-16, ή σε μειονεκτική θέση. Για το αν αυτή η αγορά είναι το καλύτερο που θα μπορούσε να κάνει η Ελλάδα ή όχι. Για το αν αυτή η αγορά είναι πράγματι συμφέρουσα, οικονομικά και στρατιωτικά, ή έγινε για… διπλωματικούς λόγους!
1. Ισχύει ότι το F-16 σχεδιάστηκε κυρίως ως μια ευέλικτη πλατφόρμα μάχης αέρος-αέρος, ενώ το F-35 κυριαρχεί και σε μάχες αέρος-εδάφους και αέρος-αέρος, άρα είναι ανώτερο;
To F-16 όντως σχεδιάστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 70’, ως ένα ελαφρύ, ευέλικτο και σχετικά φτηνό μαχητικό, συμπληρωματικό του πολύ βαρύτερου F-15. Ξεχωριστή αποδείχτηκε η ικανότητα εξελιξιμότητας και προσαρμογής του, με αποτέλεσμα σταδιακά να ενσωματώνει όλα τα νέα συστήματα και όπλα αέρος-αέρος και αέρος-εδάφους μέχρι σήμερα. Χαρακτηριστικά, 50 χρόνια μετά την πρώτη του πτήση, έχουν παραχθεί περίπου 4500 αεροσκάφη, με τη γραμμή παραγωγής να είναι ακόμη ανοιχτή. Το F-35 άρχισε να σχεδιάζεται πριν περίπου 25 χρόνια, αρχικά ως ένα stealth αεροσκάφος, το οποίο θα μπορούσε να επιτύχει απαρατήρητο βαθεία διείσδυση στο εχθρικό έδαφος για να αφήσει τα όπλα του. Ωστόσο η τεχνολογική πρόοδος και η εμπειρία από το πρόγραμμα του F-22, το ώθησε να εξελιχθεί σε μία προηγμένη ψηφιακή, δικτυοκεντρική πλατφόρμα. Διαθέτοντας κορυφαίες δυνατότητες σύντηξης της πληροφορίας (data fusion) από τους υπερσύγχρονους αισθητήρες του, παρέχει στον Ιπτάμενο έτοιμες λύσεις. Αντίθετα με το F-35 όπου ο Iπτάμενος λειτουργεί ως «Tactical Decision Maker», λαμβάνοντας συγκεντρωμένη την εικόνα μετά τη σύντηξη των στοιχείων των αισθητήρων του, στο F-16 ο πιλότος θα πρέπει να παρακολουθεί και να συνδυάζει μόνος του τις πληροφορίες, αυξάνοντας το φόρτο του, σε περιβάλλον υψηλών επιταχύνσεων της βαρύτητας.
2. Συμφωνείτε με όσους χαρακτηρίζουν ως υπερόπλο το F-35;
Πολύ σωστά, οφείλουμε να αξιολογήσουμε το F-35 όχι μόνο ως ιπτάμενη πλατφόρμα, αλλά συνολικά σαν οπλικό σύστημα. Όντως, όταν το F-35 ξεπεράσει τις «παιδικές ασθένειες» καθότι ακόμη εξελίσσεται και καθώς ήδη διαθέτει κορυφαίες δυνατότητες, δικαιολογείται να χαρακτηριστεί ως υπερόπλο. Ωστόσο το μεγάλο του πρόβλημα σε σχέση με το υποδεέστερο αλλά εξαιρετικά ικανό F-16, είναι τα προβλήματα αξιοπιστίας και το μεγάλο κόστος χρήσης, τα οποία δεν μπορούν να παραβλεφθούν.
3. Είναι αληθές ότι μία από τις πιο σημαντικές διαφορές μεταξύ των F-16 και F-35 έγκειται στις δυνατότητές του F-35 να μην εντοπίζεται από τα ραντάρ, δυνατότητες που είναι κατά πολύ ανώτερες από τις αντίστοιχες του F-16;
Το F-35 σε αντίθεση με το F-16 σχεδιάστηκε εξαρχής με στόχο τη χαμηλή ανακλαστικότητα στα ραντάρ, εκμεταλλευόμενο τόσο τη γεωμετρία κατασκευής, όσο και την ειδική βαφή των επιφανειών του. Χαρακτηριστικά, η επιστροφή του στα αντίπαλα ραντάρ είναι όση θα είχε ένα μπαλάκι του γκολφ, κάνοντάς το πρακτικά μη ανιχνεύσιμο μέχρι μία πολύ μικρή απόσταση.
4. Δικαιολογούν κατά τη γνώμη σας οι επιχειρησιακές δυνατότητες του F-35 την τόσο υψηλή επένδυση; Μήπως τελικά όλα αυτά τα χρόνια έχει στηθεί σε λάθος βάση η φόρμουλα εξοπλιστικών προγραμμάτων της Ελλάδας;
Το πρόβλημα εστιάζεται στον αποσπασματικό τρόπο με τον οποίο η χώρα αγοράζει εξοπλισμούς, χωρίς το αναγκαίο πακέτο υποστήριξης και τα απαραίτητα όπλα, με απότοκο να προχωράει σε συμπληρωματικές αγορές καθυστερημένα και φυσικά ακριβότερα. Επίσης αντί να αναβαθμίζει πανάκριβα αεροσκάφη και να υποστηρίζει τα όπλα τους πριν ξεπεραστούν επιχειρησιακά ή αντίστοιχα λήξει το προσδόκιμο ζωής τους, τα αφήνει να απαξιωθούν και τελικά τα αποσύρει όπως συνέβη με τα παλαιά M2000 από τη λεγόμενη «αγορά του αιώνα». Την ίδια κατάληξη κινδυνεύουν να έχουν και τα 70 F-16 Blk30&50 από τις αρχικές παραγγελίες που δεν έχουν εκσυγχρονιστεί. Πιο απλά, θα έπρεπε πρωτού εξετάσουμε ή ακόμη περισσότερο παραλάβουμε τα F-35, να εξασφαλίσουμε τον υπάρχοντα στόλο πλήρως επιχειρησιακό με υψηλές διαθεσιμότητες και τα κατάλληλα όπλα. Διαφορετικά, η προηγούμενη επένδυση θα απαξιωθεί όσο εμείς θα εστιάζουμε σε νέα αγορά. Κάτι που είναι τουλάχιστον παράλογο, αν όχι εγκληματικό, με δεδομένο το δημοσιονομικό βάρος των εξοπλισμών σε μία κοινωνία η οποία δυσκολεύεται να επιβιώσει στην καθημερινότητά της. Ακόμη όμως και εάν η παραπάνω προϋπόθεση είχε καλυφθεί, είναι βάσιμη η ανησυχία σχετικά με το κατά πόσο μπορεί να επιβαρύνει η υποστήριξη του F-35 τα υπόλοιπα οπλικά συστήματα, όχι μόνο της ΠΑ, αλλά των ΕΔ συνολικά.
5. Γράφτηκε ότι μετά την αγορά των F-35 η φινλανδική κυβέρνηση είχε ανακοινώσει ότι τα μαχητικά αεροπλάνα θα αρχίσουν να αναπτύσσονται το 2027. Αρα, πιστεύουν πως θα ξεκινήσουν να τα παραλαμβάνουν το 2027. Συνεπώς, εάν εμείς υπογράψουμε φέτος, πότε θα τα παραλάβουμε;
Χωρίς να μπορούμε να προδικάσουμε με ακρίβεια, δύσκολα θα δούμε τα F-35 στην Ελλάδα πριν το 2030. Άλλωστε τα συνεχή προβλήματα που εμφανίζονται στην εξέλιξή του σχετικά με τα ηλεκτρονικά του ή το νέο κινητήρα που θα «φορέσει», κατά περιόδους καθυστερούν το πρόγραμμα των παραδόσεων.
6. Γιατί, όμως, κάποιοι χαρακτηρίζουν τα F-35 ως άοπλα μαχητικά;
Δεν ισχύει αυτό. Ήδη το αεροσκάφος έχει πιστοποιηθεί στη χρήση πολύ εξελιγμένων όπλων αέρος-αέρος και αέρος-εδάφους και συν τω χρόνω αναμένεται να προστεθούν και νέα στη φαρέτρα του. Η συγκεκριμένη κριτική θεωρώ ότι αφορά όσα προαναφέραμε για τον τρόπο που η Ελλάδα παραγγέλνει μαχητικά, είτε «γυμνά» από τα όπλα τους, είτε σε μικρούς αριθμούς. Άλλωστε μέχρι τώρα δεν έχει γίνει κάτι γνωστό όχι μόνο για τα όπλα των F-35, αλλά ακόμη και των F-16 Viper, για τα οποία παρότι εδώ και τρία χρόνια τα αναβαθμίζουμε, δεν μπορούμε να τα αξιοποιήσουμε, καθότι δεν έχουμε παραγγείλει όπλα αντίστοιχα των νέων δυνατοτήτων τους.
7. Η Ελλάδα με τις δεδομένες οικονομικές δυνατότητές της μπορεί να συντηρήσει ένα τύπο αεροσκάφους 4,5 γενιάς (Rafale) κι ένα αεροσκάφος 5ης γενιάς (F-35);
Βάσιμη η ανησυχία σας, αλλά το πρόβλημα της πολυτυπίας είναι πολύ χειρότερο. Θα διαθέτουμε F-16Blk30, F-16Blk50, F-16Viper, M2000-5, Rafale και F-35. Για αυτό πρέπει να νοικοκυρευτούμε αναβαθμίζοντας όλα τα F-16 σε Viper και εξετάζοντας το σενάριο ανταλλαγής των M2000-5 με καινούργια Rafale.
8. Πράγματι θα κάνει η Ελλάδα μια καλή και συμφέρουσα, οικονομικά και στρατιωτικά, αγορά ή μήπως μιλάμε για υπερβολική και αχρείαστη αγορά; Εκτιμάτε πως η συγκεκριμένη αγορά έγινε κυρίως για οικονομικούς, για πολιτικούς ή για καθαρά στρατιωτικούς λόγους;
Οι αγορές πρέπει να γίνονται με βάση την απειλή και όχι για «γεωπολιτικά ανταλλάγματα» ή ακριβέστερα για να εξασφαλίζει το εκάστοτε σύστημα εξουσίας πολιτική στήριξη από τη βιομηχανία των όπλων του εξωτερικού. Ποια άραγε είναι τα γεωπολιτικά ανταλλάγματα για την παραχώρηση Σούδας, Λάρισας, Σκύρου, Αλεξανδρούπολης και Σταφανοβικείου καθώς και για την «ευθυγράμμισή» μας στην Ουκρανία με παραχώρηση τόνων στρατιωτικού υλικού; Ουσιωδώς είναι ανύπαρκτα. Όπως προσπάθησα να σας περιγράψω, δεν μπορούμε να πάμε σε απόκτηση F-35, εάν προηγουμένως δεν αναβαθμίσουμε/υποστηρίξουμε το σύνολο των περίπου 200 μαχητικών που θα διαθέτουμε. Με απλά λόγια, θα είναι μεγάλη αμαρτία. Πέραν όμως του στόλου των τακτικών μαχητικών, υπάρχουν τεράστια προβλήματα και ανάγκες στο στόλο των μεταγωγικών, των ελικοπτέρων, στα επίγεια και εναέρια ραντάρ και στην Αεράμυνα. Η τελευταία πλήττεται βαρύτατα από την πολιτική μας στο ουκρανικό δεδομένου ότι S-300, Tor-M1 και Sa-8 Gecko, εξαιτίας της ρωσικής τους προέλευσης, στερούνται πλέον υποστήριξης. Επίσης πουθενά στην εξίσωση δε βρίσκεται το προσωπικό. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν πόσα προβλήματα πρέπει να λύσουμε μόνο στην ΠΑ, προτού δαπανήσουμε τα 8,5 δις για τα F-35;
Όποιος λοιπόν πιστεύει ότι εάν παραλάβουμε F-35, ακόμη και αν είναι 40 στον αριθμό, θα «σκεπάσουν» με τις αρετές τους τα συσσωρευμένα προβλήματα του αεροπορικού μας οπλοστασίου, μόνο κομματικός χειροκροτητής μπορεί να είναι. Στα ζητήματα της άμυνας δε χωράει «κομματικός πατριωτισμός» και παρωπίδες, αλλά ούτε και αντιπολιτευτικές σκοπιμότητες. Απαιτείται πατριωτική θέαση, ρεαλισμός και ειλικρίνεια.
9. Ποιο θα είναι το αεροπορικό ισοζύγιο στην ελληνοτυρκική αντιπαράθεση το 2030;
Αντίθετα με ότι περιγράψαμε για εμάς, η Τουρκία έχει αναβαθμίσει ήδη μία φορά το στόλο των μαχητικών της από το 2012, δίνοντας δικτυοκεντρικές δυνατότητες και τοποθετώντας το καλύτερο διαθέσιμο ραντάρ εκείνης της εποχής, στα 195 από τα 231 F-16 της. Η ελλάδα μέχρι και την έναρξη της αναβάθμισης 83 F-16Blk52 σε Viper, διέθετε μόνο 30.
Εφόσον το τουρκικό εξοπλιστικό πρόγραμμα υλοποιηθεί όπως ανακοινώθηκε, δίχως η ελλαδική πλευρά να προβεί σε αντισταθμιστικές ενέργειες, η κατάσταση θα έχει διαμορφωθεί στο τέλος της δεκαετίας ως εξής: Η Ελλάδα μετά την απόσυρση 33 F-4, θα διαθέτει ένα σύνολο 201 αεροσκαφών (32 F-16Blk30, 38 F-16Blk50, 83 F16 Viper, 24 M2000-5 και 24 Rafale). Από αυτά, πλήρεις δικτυοκεντρικές δυνατότητες και ραντάρ ηλεκτρονικής σάρωσης θα έχουν μόνο 107 αεροσκάφη (83 F-16Viper και 24 Rafale). Αντίστοιχα, η Τουρκία θα διατηρεί 271 αεροσκάφη F-16 (36 Blk30, 116 Advanced, 119 Viper), από τα οποία 235 θα διαθέτουν δικτυοκεντρικές δυνατότητες και 119 ραντάρ ηλεκτρονικής σάρωσης. Πρόθεση της τουρκικής πλευράς είναι και τα εναπομείναντα F-16Blk30 για τα οποία διαθέτει πηγαίο κώδικα, να αποκτήσουν ραντάρ ηλεκτρονικής σάρωσης εγχώριας σχεδίασης. Η κατάσταση για την ελληνική πλευρά θα βελτιώνεται σταδιακά μετά το 2030, εφόσον το πρόγραμμα απόκτησης F-35 αρχίσει να υλοποιείται, ωστόσο είναι πρόδηλο ότι οι αριθμοί «δε βγαίνουν» ακόμη και με την έλευση των F-35, καθώς η «ψαλίδα» στον αριθμό αεροσκαφών με δικτυοκεντρικές δυνατότητες θα παραμένει μεγάλη.
10. Η αγορά των F-35 από την Ελλάδα θεωρείτε πως τρομάζει την Τουρκία ή την αφήνει αδιάφορη; Αν ήσασταν σύμβουλος του κ. Μητσοτάκη, τι θα τον συμβουλεύατε επί του θέματος;
Θα σας απαντήσω αναλύοντάς σας ένα σενάριο το οποίο εύχομαι να μη γίνει πραγματικότητα. Το πραγματικό «χειρότερο σενάριο» έχει να κάνει με την πιθανότητα μελλοντικής αποδέσμευσης των F-35 στην Τουρκία. Προσωπικά, συστηματικά τα τελευταία τρία έτη και εμφατικά σε πρόσφατες δημόσιες παρεμβάσεις, έχω αναφέρει το σενάριο παραχώρησης των τουρκικών S-400 στο Αζερμπαϊτζάν, στη λογική του «Bir Halk Iki Devlet» (ένας λαός, δύο κράτη) ή σε άλλη σύμμαχο χώρα σε συνεννόηση με τη Ρωσία, κατά το πρότυπο της μετακίνησης των κυπριακών S-300 στην Κρήτη. Εάν καθ’ οιονδήποτε τρόπο και παρά τους όποιους αστερίσκους, επιτευχθεί η τουρκική απαγκίστρωση από τα S-400, τα τουρκικά F-35 δε θα αργήσουν να «πλαισιώσουν» τα ελληνικά, στο αεροπορικό ισοζύγιο. Δυστυχώς μάλιστα, η Υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Βικτώρια Νούλαντ, επιβεβαίωσε το φόβο ενός τέτοιου σεναρίου ως απόλυτα βάσιμο. Το ερώτημα λοιπόν είναι εάν πραγματικά προετοιμαζόμαστε για το χειρότερο σενάριο, απέναντι σε μία Τουρκία που σχεδιάζει και υλοποιεί κατά τρόπο ολιστικό το εξοπλιστικό της πρόγραμμα, ή προχωρούμε σε αποσπασματικές και ασύνδετες παραγγελίες, απαξιώνοντας διαρκώς τα υπάρχοντα πανάκριβα μέσα.
Εάν το απευκταίο σενάριο πραγματοποιηθεί δίχως ελληνική αντίδραση, η Τουρκία πριν την απόκτηση F-35 θα έχει καταφέρει να ομοιογενοποιήσει τεχνολογικά έναν τεράστιο στόλο 271 αεροσκαφών με σύγχρονα ραντάρ και δικτυοκεντρικές δυνατότητες, ενώ η Ελλάδα απαξιώνοντας μία δύναμη 94 παλαιών F-16 και Μ2000-5 θα διαθέτει μόνο 107, στερώντας επίσης στο σύνολο του στόλου επαρκείς ποσότητες όπλων μακρού πλήγματος όλων των κατηγοριών. Καταληκτικά λοιπόν, απαιτείται εκσυγχρονισμός του συνόλου των μαχητικών, επίλυση των προβλημάτων των μεταγωγικών και των ελικοπτέρων, αναβάθμιση του Συστήματος Αεροπορικού Ελέγχου και της Αεράμυνας, απόκτηση έξυπνων όπλων σε επαρκείς αριθμούς, μέριμνα για το Προσωπικό, σχεδιασμός, ιεράρχηση αναγκών και το σημαντικότερο: Με δεδομένο ότι οι αμυντικές δαπάνες δεν μπορούν να αποφευχθούν, επιτέλους σύνδεσή τους με την εγχώρια αμυντική βιομηχανία προκειμένου να υπάρχει εθνικό ανταποδοτικό όφελος. Για να γίνει όμως αυτό, απαιτείται σχεδιασμός και όχι αποσμασματικές αγορές κάθε φορά που η τουρκία δείχνει να ξεφεύγει.