Την άποψη, ότι η βοήθεια της Ελλάδας προς την Ουκρανία υπό την πίεση των ΗΠΑ (και των Γερμανών φυσικά) δίνεται χωρίς ανταλλάγματα για τη χώρα μας εξέφρασε ο Στέφανος Καραβίδας. Ο επισμηναγός ε.α. μίλησε στο δελτίο ειδήσεων του Kontra και τον Πάνο Χαρίτο. Ο Έλληνας πιλότος έκρουσε για μία ακόμα φορά το καμπανάκι του κινδύνου όσον αφορά την ελληνική αεροπορική υπεροχή και επανέλαβε την υποχρέωση να παράσχουμε κάθε βοήθεια στην Κύπρο.
Διαβάστε τη συνέντευξη που παραχώρησε:
Η οικονομική βοήθεια που ενέκριναν οι ΗΠΑ για την Ουκρανία μπορεί να επηρεάσει το μέτωπο στον πόλεμο με τη Ρωσία;
«Ως εισαγωγή θα μπορούσα να πω ότι από τη συνέχιση του πολέμου, αυτοί οι οποίοι κερδίζουν είναι οι πολεμικές βιομηχανίες, οι οποίες σύμφωνα με κάποιες πηγές έχουν τα μεγαλύτερα κέρδη από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά. Από εκεί και πέρα, εννοείται οι Ηνωμένες Πολιτείες, με την πώληση ακριβού LNG, η Ρωσία, η οποία έχει θωρακίσει την οικονομία της και φαίνεται ότι κερδίζει 25 με 30 δισεκατομμύρια το μήνα, συν το γεγονός ότι μπορεί με πλάγιες μεθόδους και από πλάγιες οδούς να συνεχίσει να διανέμει τους φυσικούς της πόρους. Και τέλος φυσικά οι πλοιοκτήτες, οι οποίοι συμμετέχουν σε αυτό το παιχνίδι. Οι μόνοι οι οποίοι δεν κερδίζουν από όλη αυτή τη διαδικασία είναι οι Ουκρανοί και οι Ευρωπαίοι πολίτες. Και σε ότι αφορά εμάς τους Έλληνες, οι οποίοι καθημερινά φροντίζουμε να διχαζόμαστε, καλλιεργώντας και αναμασώντας κυρίαρχα αφηγήματα είτε από τη μία πλευρά είτε από την άλλη πλευρά, είμαστε στους χαμένους. Όταν επιθυμούμε να κάνουμε ανάλυση, η ανάλυση, όπως λέει ο Ομότιμος Καθηγητής Οικονομικής Γεωγραφίας, ο κ. Μάζης, είναι ακτινογραφία. Δηλαδή ένας Ουκρανός, ένας Ρώσος και ένας Αμερικανός έπρεπε να έχουν καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα, σχετικά με τα αίτια και τη συνέχιση του πολέμου. Από εκεί και πέρα, το τι θέλουμε να κάνουμε δεν είναι γεωπολιτική ανάλυση, είναι γεωστρατηγική σύνθεση. Το ζήτημα της «ανάλυσης» έχει μεγάλη σημασία, γιατί παρατηρούμε δυστυχώς δημοσιολογούντες οι οποίοι πλασάρουν αυτά τα οποία λέγουν ως «ανάλυση», να προσπαθούν να επηρεάσουν την κοινή γνώμη καλλιεργώντας τα δικά τους αφηγήματα είτε λόγω ιδεοληψιών, είτε λόγω σκοπιμότητας. Το τι έχει γίνει είναι γνωστό. Το έχουν αναλύσει ικανότεροι εμού, όπως είναι για παράδειγμα ο Καθηγητής του επιθετικού ρεαλισμού, ο Μερσχάιμερ, ο οποίος έχει πει αυτό το οποίο περιέγραψε με πολύ πιο απλά λόγια, ένας δημοσιογράφος, ο Τιμ Μάρσαλ, στο βιβλίο του «Αιχμάλωτοι της Γεωγραφίας». Δηλαδή η λογική του «εγγύς εξωτερικού» η οποία ως εισαγωγή έχει να κάνει με το αντίστοιχο του δόγματος Μονρόε, της Αμερικής. Επειδή δηλαδή η γεωγραφία της Ανατολικής Ευρώπης είναι συγκεκριμένη, είναι μία επίπεδη επιφάνεια, δεν δημιουργεί από το παρελθόν τις προϋποθέσεις οχύρωσης και γι’ αυτό έπρεπε αντίστοιχα τα ρωσικά κράτη να δημιουργούν ομόκεντρους κύκλους, επεκτεινόμενους, προκειμένου να επιτύχουν ασφάλεια. Ο καθηγητής Μερσχάιμερ, μιλώντας για τον επιθετικό ρεαλισμό, ανέλυσε για τις ηγεμονικές δυνάμεις ότι η τελειωτική κατάληξη για την ασφάλεια μίας ηγεμονικής δύναμης είναι ακριβώς αυτό, να επιτύχει την ηγεμονία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο έγιναν όσα έγιναν στην Ουκρανία. Γιατί βρέθηκε η Δύση μέσα σε αυτόν τον κύκλο ασφάλειας της Ρωσίας, το οποίο όμως δεν δικαιολογεί σε καμία περίπτωση την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία».
Επετεύχθη κάτι τέτοιο;
«Τελικά όχι. Ωστόσο αυτό που θέλω να πω, είναι ότι η εισβολή με βάση το Διεθνές Δίκαιο αλλά και τις κανονικές ανθρώπινες αξίες είναι καταδικαστέα. Όμως, με βάση τη γεωπολιτική συστημική ανάλυση, έχει εξήγηση. Αυτό ως μια εισαγωγή για τους φίλους οι οποίοι αναλώνονται καθημερινά, άλλοι ως «ρωσόφιλοι» και άλλοι ως «δυτικόφιλοι», χωρίς να βλέπουν το δάσος μπροστά στο δάχτυλό τους. Αυτό έχει να κάνει με την καθημερινή μας διαβίωση. Η Ρωσία διαθέτει και τους φυσικούς αλλά και τους ανθρώπινους πόρους προκειμένου να συνεχίσει αυτή τη διαμάχη και τη διαπάλη, εξαντλώντας τις οικονομίες της Ευρώπης και εμάς στην καθημερινότητά μας, επιτυγχάνοντας σιγά σιγά τακτικά και επιχειρησιακά κέρδη. Το μεγάλο ζήτημα γιατί καθυστέρησε να τα επιτύχει, εξηγείται, καθώς υπό το βάρος των πολιτικών προτεραιοτήτων δεν απελευθερώθηκαν οι απαραίτητοι κανόνες εμπλοκής στα στρατεύματα της, προκειμένου να επιτύχουν στο στρατηγικό επίπεδο μία γρήγορη πολιτική λύση.
Μπορούν να ανατραπούν τα δεδομένα με τα 61 δις των ΗΠΑ στη βοήθεια;
«Θα αφήσουμε τις πολιτικές σκοπιμότητες και προτεραιότητες απέξω. Εστιάζοντας καθαρά στο τακτικό και επιχειρησιακό πεδίο, αυτό το οποίο θα συμβεί είναι να καθυστερήσει αυτό το οποίο δείχνει ως τάση να συμβαίνει, δηλαδή η ήττα της Ουκρανίας. Το επίδικο ακόμη και για την ίδια την Ουκρανία, είναι η Ουκρανία. Δηλαδή να προχωρήσει σε μια διαπραγμάτευση έχοντας μια πολύ καλύτερη θέση από αυτή στην οποία βρίσκεται σήμερα. Το ζήτημα το μεγάλο σε ότι αφορά εμάς είναι οι 150 περίπου χιλιάδες Έλληνες, σύμφωνα με ανοικτές πηγές, που διαβιούν στην Ταυρίδα και στην ευρύτερη περιοχή. Θα έχουμε εμείς την επόμενη μέρα τον τρόπο να έχουμε έλεγχο επάνω τους, θα μπορέσουμε να τους βοηθήσουμε και να αποκτήσουμε επικοινωνία με το καινούργιο καθεστώς στο οποίο υπάγονται? Αυτό είναι το μεγάλο ζήτημα, κύριε Χαρίτο και όχι ο μικροελλαδισμός, ο οποίος μας διέπει στο πώς βλέπουμε τα πράγματα. Τα όσα είδαμε πρόσφατα στο Ισραήλ στη διαμάχη Ισραήλ-Ιράν, μας έδειξαν πόσο μεγάλη σημασία έχουν οι αριθμοί, καθώς παλαιότερα οπλικά συστήματα, παλαιότερα αεροσκάφη και πύραυλοι χρησιμοποιήθηκαν αλλά πολλά αντιαεροπορικά. Σε ότι αφορά την απειλή, η συνδυαστική απειλή από πυραύλους κρουζ, από βαλλιστικά βλήματα και από μη επανδρωμένα οχήματα, συν τα όπλα μακρού πλήγματος των αεροσκαφών τα οποία θα δούμε επιπλέον στο δικό μας, στο ελληνοτουρκικό πεδίο σε σχέση με την αντιπαράθεση Ισραήλ-Ιράν δημιουργούν ένα δυσεπίλυτο αμυντικό πρόβλημα. Αυτό σε ότι αφορά την φημολογία που υπάρχει αναφορικά με την παραχώρηση ελληνικών οπλικών συστημάτων προς την Ουκρανία».
Τί ακριβώς συμβαίνει με το δικό μας οπλοστάσιο. Υπάρχουν ανταλλάγματα για την Ελλάδα για την παραχώρηση οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία;
«Οφείλω να διευκρινίσω ότι είμαστε ναυτική δύναμη και βρισκόμαστε στη δυτική αρχιτεκτονική. Προσωπικά για μένα καλώς, αλλά από το είμαστε μέχρι το ανήκωμεν, το οποίο παραλληλίζεται με το «επιβεβλημένο ανήκωμεν του κυρίου Γιανναρά», έχει μεγάλη διαφορά. Δηλαδή βρισκόμαστε σε μεγάλους οργανισμούς, όπως είναι το ΝΑΤΟ και η Ευρωπαϊκή Ένωση, για να εξυπηρετήσουμε πρώτιστα τα δικά μας συμφέροντα και μέσω της παραχώρησης αυτών των οπλικών συστημάτων δεν εξυπηρετούμε τα εθνικά συμφέροντα, αλλά αντίθετα δημιουργούμε πρόβλημα στην αμυντική μας ισχύ. Διαθέτουμε 6 πυροβολαρχίες Patriot από τις οποίες η μία βρίσκεται στη Σαουδική Αραβία τα τελευταία σχεδόν τρία χρόνια και συζητάμε για ακόμη μία ή δύο πυροβολαρχίες οι οποίες θα φτάσουν στην Ουκρανία. Δηλαδή θα απομοιώσουμε το δυναμικό μας, στο 50 με 60% από το διαθέσιμο που έχουμε και για το οποίο καταβάλαμε περίπου 1,5 δις για την απόκτησή τους σε και κάποιο μικρό εκσυγχρονισμό τους. Από εκεί και πέρα, σε ότι αφορά τα συστήματα S-300, διαθέτουμε δύο πυροβολαρχίες. Είμαστε η χώρα ίσως με την ισχυρότερη Αεράμυνα, στην Ευρώπη με συστήματα ΤorM1, SA-8 και S-300 ρωσικής κατασκευής, Crotale γαλλικής κατασκευής, Βέλος, Hawk και Patriot αμερικανικής κατασκευής. Η απειλή για εμάς είναι πολύ συγκεκριμένη. Είναι η τουρκική απειλή και μάλιστα η συνέργεια, όπως είπαμε, του βαλλιστικού προγράμματος των μη επανδρωμένων, των όπλων μακρού πλήγματος τουρκικής πολεμικής αεροπορίας και των μη επανδρωμένων. Συνιστά ένα πρόβλημα αμυντικό, το οποίο όχι μόνο δεν λύνεται με τα υπάρχοντα συστήματα, αλλά πρέπει να προχωρήσουμε και στα επόμενα βήματα στην αναβάθμιση τους αλλά και σε αγορά C-RΑΜ (counter rocket, artillery, mortar), συστήματα τα οποία αντιμετωπίζουν τα όπλα αυτά. Γιατί το λέω αυτό; Για να δώσω γρήγορα την εικόνα ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια να δώσουμε κανένα οπλικό σύστημα στην Ουκρανία Γιατί δε γίνεται συζήτηση kαι κλείνω με αυτό. Η πυροβολαρχία των Patriot, για παράδειγμα, η οποία θα επιστρέψει από τη Σαουδική Αραβία όταν εκπληρώσει το σκοπό της να τοποθετηθεί στην Κύπρο. Θα πει κάποιος ότι αυτό είναι αλλοπρόσαλλο. Όμως δεν είναι αλλοπρόσαλλο να υποστηρίζουμε με την παραχώρηση οπλικών συστημάτων κρίσιμων για την άμυνά μας, μία χώρα για την οποία δεν έχουμε συμβατική υποχρέωση?
Στους Οργανισμούς που βρισκόμαστε, βρισκόμαστε για την εξυπηρέτηση του εθνικού συμφέροντος. Τα 32 αεροσκάφη F-16 Block 30 και τα 24 Mirage 2000-5 θα λείψουν από το ελληνοτουρκικό σύμπλοκο. Στο ελληνοτουρκικό και όχι ελλαδοτουρκικό σύμπλοκο, πρέπει να μπει στην συλλογιστική μας και η Κύπρος. Πρόσφατα η τουρκική πλευρά ανακοίνωσε ότι θα μεταστάθμευση σε μια μοίρα μαχητικών αεροσκαφών F-16 από τη Μέρτζιφον στο αεροδρόμιο του Ιντσιρλίκ, το οποίο είναι παράγοντας για την Κύπρο, αναβαθμίζοντας την παρουσία της στην Ανατολική Μεσόγειο. Εμείς λοιπόν δεν έχουμε την πολυτέλεια να αφήσουμε έξω από το δημόσιο διάλογο τη δημιουργία επιτέλους αεροπορικού βραχίονα της Εθνικής Φρουράς. Η συζήτηση πρέπει να είναι για τα Mirage 2000-5, να βρεθούν στην Κυπριακή Δημοκρατία. Δεν είναι αλλοπρόσαλλο αυτό. Έχει να κάνει με την ασφάλειά μας. Δημιουργείται ένα κρίσιμο παράθυρο τρωτότητας προς το τέλος δεκαετίας, όπου η Τουρκία θα παραλάβει 40 καινούρια αεροσκάφη , έχοντας συνολικά 270 αναβαθμισμένα, ενώ εμείς θα μείνουμε με 200 με βάση τις εξαγγελίες του Υπουργού Άμυνας».
Τα F-16 Block 30 είναι πεπαλαιωμένο αεροσκάφος όπως επικοινωνείται στην Ελλάδα;
«Επ’ ουδενί όχι. Έχουν εκσυγχρονιστεί αεροσκάφη τα οποία είναι Block 15 και Block 20, σε όλο τον κόσμο. Αυτή τη στιγμή γίνονται αγοραπωλησίες αεροσκαφών F-16 MLU (Medium Life Upgrade), τα οποία είναι αυτά για τα οποία ενδιαφέρεται η Ουκρανία. Eίναι προέλευσης Βελγίου, Νορβηγίας, Ολλανδίας και Δανίας. Αυτά τα σκάφη είναι αναβαθμισμένα, αλλά έχουνε πολύ χειρότερο ραντάρ από το ραντάρ των ελληνικών F-16 Block30. Τα F-16 Block 30 έχουν δεχθεί δύο δομικές αναβαθμίσεις. Βρίσκονται στο μισό του ορίου ωφέλιμης ζωής. Μπορούν να πετάξουν τουλάχιστον μέχρι το 2050, εάν αναβαθμιστούν και δεν έχουμε την πολυτέλεια να χάσουμε τόσο αξιόπιστες πλατφόρμες.
Αν υποθέσουμε ότι είμαστε εμείς αυτοί οι οποίοι τα δίνουν, το οποίο συζητιέται, με τι τα αντικαθιστούμε εμείς αυτά;
Η ποσότητα έχει την ποιότητα της. Δηλαδή να δώσουμε σήμερα 32 αεροσκάφη με την υποσχετική ότι στο τέλος της δεκαετίας θα πάρουμε κάποια αεροσκάφη για να αναπληρωθούν. Δυστυχώς θα υπάρχει ένα αριθμητικό ανισοζύγιο ισχύος πέραν των 100 αεροσκαφών. Δηλαδή στην καλύτερη περίπτωση με τις εξαγγελίες που έχουν γίνει μέχρι τώρα θα φτάσουμε στα 170 αεροσκάφη προς το τέλος δεκαετίας, ενώ οι Τούρκοι θα έχουν 270 συν την εισαγωγή του ΚΑΑΝ σε υπηρεσία. Δυστυχώς το δικό μας πρόγραμμα αναβάθμισης των F-16 σε Viper καθυστερεί. Η τουρκική πολεμική βιομηχανία έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει πάρα πολύ γρήγορα σε αναβαθμίσεις, ακόμη και να παράξει τα 40 αεροσκάφη νέας παραγωγής, στη γραμμή η οποία υπάρχει ακόμη στην Τουρκία. Υπάρχει μεγάλο ζήτημα αυτή τη στιγμή. Υπάρχουν δημοσιεύματα ότι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα θα παραχωρήσουν 30 αεροσκάφη Mirage 2000-9, καλύτερα, από τα δικά μας, άλλα προς το Μαρόκο αλλά και την Αίγυπτο. Δεν δέχθηκε αυτή η χώρα να τα αγοράσει η Γαλλία, προκειμένου να βρεθούν στην Ουκρανία και μάλλον τα παραχωρούν δωρεάν στις χώρες επιλογής τους. Έχουμε συμμαχία με ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Δεν εκμεταλλευτήκαμε αυτή την ευκαιρία ούτε για τα αεροπλάνα, αλλά ούτε για να ανεβάσουμε τις διαθεσιμότητες των Μιράζ 2000-5. Θα το πω απλά. Παιχνίδι μπορεί να γίνει, αλλά εμείς δεν κάνουμε. Εφευρίσκουμε εύπεπτες δικαιολογίες αν μου επιτρέπετε, προκειμένου να πείσουμε το πανελλήνιο ότι αξιόπλοα και αξιόμαχα οπλικά συστήματα τα οποία με ένα πολύ μικρό κονδύλι σε σχέση με το κονδύλι που απαιτείται για αγορά καινούργιων αεροσκαφών, μπορούν να παραμείνουν στο στόλο και να παράσχουν τις πολύτιμες υπηρεσίες τους. Διότι φανταστείτε να μείνουμε χωρίς αυτά τα οποία ονομάζουμε «work horse» αεροπλάνα, δηλαδή αεροπλάνα πρώτης γραμμής με χαμηλό κόστος χρήσης και να αναγκαστούμε για την καθημερινή διαπάλη στο Αιγαίο να χρησιμοποιούμε Rafale ή αργότερα F35, ρίχνοντας τις διαθεσιμότητες ακόμη πιο χαμηλά από αυτές που βρίσκονται, με αυξημένο κόστος χρήσης. Δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα. Για το μεγάλο θέμα της Άμυνας θα έπρεπε να υπάρχει περισσότερη ησυχία και περισσότερη δουλειά, αντί να γίνονται αλλοπρόσαλλες, αντικρουόμενες μεταξύ τους δηλώσεις καθημερινά. Υπάρχει φόβος ότι αυτοί οι οποίοι δίνουν συμβουλές στην πολιτική ηγεσία, είναι έξω από τις Ε.Δ, δεν είναι εν ενεργεία αξιωματικοί, δεν είναι η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων.
Θεωρείτε ότι υπάρχει δέσμευση των ΗΠΑ για προστασία της Ελλάδας;
«Μέρες που είναι, ας θυμηθούμε και ότι και κατά τη δικτατορία των συνταγματαρχών υπήρχαν αντίστοιχες διαβεβαιώσεις το 74 και είδαμε τι πάθαμε τελικά στην Κύπρο. Αυτά είναι ασματίδια ιδεολογικής πολυτελείας που λέγονται στο δημόσιο διάλογο, ενώ προέχει το εθνικό συμφέρον. Το μέγα ερώτημα είναι για αυτά τα οποία δώσαμε σε Σούδα, Στεφανοβίκειο, Λάρισα, Αλεξανδρούπολη, τι πήραμε; Δεν λέω γιατί τα δώσαμε. Καλώς τα δώσαμε ας υποθέσουμε. Τι αντάλλαγμα πήραμε όμως; Πήρε ο Ελληνισμός κάτι; Δεν είναι η Ελλάδα, το ελλαδικό κράτος, ο Ελληνισμός μόνο. Πήραμε κάτι χειροπιαστό σαν αντάλλαγμα; Διαφορετικά, δίνεται η αίσθηση, ότι τα ανταλλάγματα είναι για το πολιτικό σύστημα γενικά».