Είναι, ακριβέστερα ήταν η χρυσή φουρνιά των Μόντριτς, Κόβατσιτς, Μπρόζοβιτς, Πέρισιτς, Πάσαλιτς που υπό τις οδηγίες του Ζλάτκο Ντάλιτς αναρριχήθηκε δύο φορές στην 3η θέση του Κόσμου (το ’98, στη Γαλλία, το ’22 στο Κατάρ) και μία, το ’18 στη Ρωσία, στη 2η πίσω από την παγκόσμια πρωταθλήτρια Γαλλία. Φτάνει όμως. Έως εδώ. Παραπάνω, δεν πάει με τίποτα.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η επόμενη Κροατία, των Λιβάκοβιτς, Γκβαρντιόλ, Σουτάλο ή Πέτκοβιτς κάποια στιγμή θ’ αναγεννηθεί από τις στάχτες της. Μέχρι όμως να συμβεί και μέχρι να συμμαζέψει τα κομμάτια της θα πρέπει, αναγκαστικά να περάσει από τις φάσεις της απογοήτευσης ή του αθλητικού εκφυλισμού. Της παραδοχής ότι οι πέντε, που λέει ο λόγος σωματοφύλακες της εμβληματικής «καρό σημαίας» δεν είναι πλέον σε θέση να προφυλάξουν ούτε τους εαυτούς τους. Ένα φαινόμενο, απόλυτα φυσιολογικό και νομοτελειακό που, κάποια στιγμή θα συνέβαινε και που έτυχε να συμβεί κατά τη διάρκεια του 2-2 με την Αλβανία. Μην μας κάνει εντύπωση, αλλά από τη στιγμή που οι Ρουμανία, Βουλγαρία, Σερβία έχασαν πλέον τα σκήπτρα, μία από τις δύο ανερχόμενες, μαζί με την Τουρκία ποδοσφαιρικές δυνάμεις στα Βαλκάνια.
Όλα κι όλα, στην ύπαρξή της η Αλβανία έχει να επιδείξει ως ποδοσφαιρικό της pick την πρόκριση, ως καλύτερη 3η στην επόμενη φάση του Euro ’16. Στα υπέρ της όμως, έχει τη στόφα μίας σκληρής ομάδας που με επιμονή και ακούραστη εργατικότητα δεν θα τα παρατήσει τόσο εύκολα. Όπως έχει επίσης και την πείρα, από ανταγωνιστικότερα πρωταθλήματα που, τα τελευταία χρόνια απέκτησε η πλειοψηφία των διεθνών της.
Ο Θωμάς Στρακόσια, σήμερα παίζει στην αγγλική Μπρέντφορντ, αλλά επί χρόνια αγωνίστηκε στο Campionato με τη Λάτσιο. Ενώ στην Ιταλία παραμένουν οι Μπερίσα, Ισμαϊλί (Έμπολι), Κουμπουλά, Μπαϊράμι (Σασσουόλο), Ντζιμσίτι (Αταλάντα), Ασλάνι (Ίντερ), Χισάι (Λάτσιο), Ραμαντάνι (Λέτσε). Τον Μπρόχα (Φούλαμ) τον θέλει η Τσέλσι, ενώ εξασφαλισμένη καριέρα έχουν επίσης οι Μπάλιν (Ράγιο Βαγιεκάνο), Μούτσι (Μπεσίκτας), Μανάι (Σιβασπόρ), Χότζα (Ντιναμό Ζάγκρεμπ, Ντακού (Ρούμπιν Καζάν), Σεφέρι (Μπανίγιας), όσο ο πρώην μέσος επιθετικός του Ολυμπιακού, Φαζίμ Λάτσι εδώ και μερικά χρόνια στη Σπάρτα Πράγας. Καθοριστικό ρόλο, για την αγωνιστική διαδικασία ωρίμανσης και απόκτησης ποδοσφαιρικής πειθαρχίας έπαιξαν οπωσδήποτε και ο ερχομός κάποιων ξένων προπονητών: από τον Άρι Χαν, στον Ότο Μπάριτς και από τον Ντε Μπιάζι, στους Ρέγια, Σιλβίνιο.
Κάτι, παρόμοια ανάλογο ισχύει και για την Τουρκία (3η στον Κόσμο το 2002, σε Νότιο Κορέα και Ιαπωνία), 4η στην Ευρώπη το 2008, σε Αυστρία και Ελβετία), που τόλμησε, επιτέλους να συνταξιοδοτήσει τον Φατίχ Τερίμ εμπιστευόμενη το χτίσιμο μίας περισσότερο ευρωπαϊκής ομάδας στον Ιταλό, Βιντσέντσο Μοντέλλα που τα πήγε μία χαρά στους πάγκους των Μίλαν, Κατάνια, Ρόμα, Φιορεντίνα, Σεβίλλη και Αντάνα.
Πέρα από τις μοναδικές γνώσεις, τακτικής, σε άμυνα και επίθεση με τις οποίες οι προπονητές εμπλουτίζονται στη διάσημη σχολή προπονητών του Κοβερτσάνο, σε σχέση με άλλες χρονιές ο Μοντέλλα έχει την τύχη να μπορεί να υπολογίσει και να βασίζεται σε παίκτες που έχουν ήδη αποκτήσει μεγάλη πείρα εκτός των τουρκικών συνόρων.
Παίκτες όπως οι Τσαλχάνογλου (Ίντερ), Γιλντίζ (Γιουβέντους), Αρντά Γκιουλέρ (Ρεάλ Μαδρίτης), Κοκτσού (Μπενφίκα), Οζκάν (Ντόρτμουντ), Τσελίκ (Ρόμα), Ντεμιράλ (Αλ Χιλάλ), Ακγκούν (Λέστερ) ή Καπλάν (Άγιαξ), που μαζί με τους Γιλμάζ, Ακτούρκογλου (Γαλατάσαραϊ) έχουν μετατρέψει την Τουρκία σε μία ισχυρή και, κυρίως επικίνδυνη ομάδα. Τώρα, το πόσο μακριά μπορεί να φτάσει, είτε η ίδια, είτε η Αλβανία δεν το ξέρει κανείς. Το πρωταρχικό ήταν και είναι να υπάρξουν οι βάσεις. Όσον αφορά στα υπόλοιπα, καλώς ή κακώς θα παίξει σημαντικό ρόλο και ο παράγοντας τύχη.