Η αλήθεια είναι πως δεν πολύ καταλάβαμε τι ακριβώς συνέβη, το τελευταίο δίμηνο με την περίπτωση του Φώτη Ιωαννίδη. Με τον χορό εκατομμυρίων που έστησαν στα πόδια του, πρώτα η Ίπσουιτς, μετά η Σπόρτινγκ Λισσαβόνας, μετά η Μπολόνια που, πάνω κάτω έδιναν όσα χρήματα (25εκ.) ζητούσε ο Παναθηναϊκός για να τον παραχωρήσει. Εκείνος, βέβαια εάν ήταν, με το ζόρι να φύγει είχε ξεκαθαρίσει πως θα το είχε κάνει μόνο για να βιώσει την εμπειρία του Campionato. Κι αφού δεν έγινε, γιατί η διοίκηση δεν θεώρησε ικανοποιητική ούτε την προσφορά των 28εκ. των «Rossoblu’» σκέφτηκε, άστο, μήπως είναι καλύτερα να μείνω;

 Κατά «διαβολεμένη» σύμπτωση, το αριστουργηματικό γκολ με το οποίο άφησε στήλη άλατος πέντε παίκτες της Λανς, λες και ήταν σκιέρ που περνάει με αφοπλιστική ευκολία τα σημαιάκια σε χιονισμένη πίστα έμπαινε, πάνω κάτω τη στιγμή που, στην «Αιώνια Πόλη» ο Πάουλο Ντιμπάλα αποφάσιζε να παραμείνει στη Ρόμα απορρίπτοντας τα 75εκ. ευρώ, για τρία χρόνια -δηλαδή, 25 το χρόνο- της σαουδαραβικής Αλ Καντσιάχ.

 Στην περίπτωση του Αργεντινού, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο η συγκίνηση για τις εκδηλώσεις λατρείας εκατοντάδων οπαδών των «Giallorossi» έξω από το σπίτι του, που σχεδόν τον ικέτευαν να μην φύγει. Ενώ στην αντίστοιχη του Ιωαννίδη, κανένα γκολ, όσο όμορφο ή καθοριστικό και αν είναι δεν πρόκειται, μέσα του να ξεπλύνει τις προσβολές ή τις φραστικές επιθέσεις που δέχτηκε στα 4 χρόνια παραμονής στους «πράσινους».

 Και τι δεν άκουσε… Ότι είναι Ολυμπιακός (Πειραιώς), γιατί κάποτε ο πατέρας του Βασίλης είχε αγωνιστεί στους «ερυθρόλευκους». Ότι πάλι είναι Ολυμπιακός (Χαλκίδας) γιατί εκεί πρωτοξεκίνησε να κλωτσάει μία μπάλα. Η’ ότι δεν την «πονάει» αρκετά τη φανέλα όπως του’ χε πει, στο πάρκινγκ δίπλα από τη «Λεωφόρο» μία χούφτα μονίμως ανικανοποίητων οπαδών. Τους οποίους, δικαίως είχε αποστομώσει απαντώντας «εγώ ρε μα@@@ες δεν πονάω τη φανέλα; Εγώ; Που παίζω με έξι ενέσεις τη φορά;».

 Μόνο ο ίδιος, λοιπόν γνωρίζει τι θα ήταν αυτή τη στιγμή καλύτερο για τον εαυτό του. Και, πάνω απ’ όλα για την ψυχική του υγεία. Εάν παραμείνει, θα γίνει αναμφισβήτητα η σημαία αυτού του ολοκαίνουργιου Παναθηναϊκού.

 Έναν αντίστοιχο Ντελ Πιέρο, που όταν υποβιβάστηκε η Γιουβέντους για το σκάνδαλο Μότζι (’06) αρνήθηκε πρόταση της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ λέγοντας στον Σερ Άλεξ Φέργκιουσον «σας εκτιμώ αφάνταστα, αλλά ένας καπετάνιος δεν μπορεί ν’ αφήσει τη βάρκα την ώρα που βουλιάζει».

 Έναν Τόττι, που είπε δύο φορές όχι σε Μίλαν και Ρεάλ Μαδρίτης. Έναν Μαλντίνι ή έναν Μπουφόν που επίσης είχαν αρνηθεί Μάντσεστερ και Ρεάλ. Τώρα και τον Ντιμπάλα, που έβαλε τις πραγματικές αξίες μπροστά από τα όποια χρήματα. Ενώ εάν, πάλι αποφασίσει να φύγει θα εξελίξει ακόμη περισσότερο εκείνο το φυσικό ταλέντο και την αφύσικη ευκολία με την οποία ένας σκιέρ περνάει τα σημαιάκια σε χιονισμένη πίστα…