H μία όψη του νομίσματος, περί του ρουβλίου ο λόγος, είναι ότι η Εθνική Ρωσίας αποδείχθηκε καμωμένη από γαλλικό υλικό.

Αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη πρόκληση της σύγχρονης ιστορίας της, λιποψύχησε και έχασε μέσα από τα χέρια της την πρόκριση στον Ολυμπιακό τελικό.

Η Ισπανία, μολονότι ερείπιο για τα δικά της δεδομένα (μέχρι τον τελικό), τσάκισε τις ασπόνδυλες ομάδες που βρήκε στο διάβα της τη μία μετά την άλλη. Και έφτασε πανάξια στη μάχη του χρυσού μεταλλίου.

Η άλλη όψη του ρουβλίου είναι ότι η Ρωσία –που, θυμηθείτε, ξεκίνησε και αυτή από το Προολυμπιακό τουρνουά του Καράκας- αποτελεί πλέον δεύτερη δύναμη στο ευρωπαϊκό μπάσκετ.

Το μετάλλιο που κατέκτησε στο Λονδίνο είναι το τρίτο της τελευταίας 6ετίας, το τρίτο της γενιάς του Κιριλένκο, του Χριάπα και του Μόνια. Οι ηλικιακά νεώτεροι της τωρινής ομάδας (Μαζγκόφ, Σβεντ, Κάουν κ.α.) πάτησαν μέσα στα παπούτσια παικτών ασήμαντων όπως ο Ζεβροσένκο και ο Μοργκουνόφ ή και ξενόφερτων, όπως οι Χόλντεν, Μακάρτι.

Η κληρονομιά που αφήνει φεύγοντας από τη Μόσχα –εάν φύγει- ο Ντέιβιντ Μπλατ ισοδυναμεί με την αναγέννηση μίας αυτοκρατορίας.

Στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας (το 2005, στο Βελιγράδι, για παράδειγμα) άκουγα τους Ρώσους να μεμψιμοιρούν για τη λειψανδρία και δεν πίστευα στα αυτιά μου. Ολόκληρη Ρωσία, να παίζει με σέντερ τον Ζεβροσένκο και με πόιντ-γκαρντ Αμερικανό;

Πίστευα ότι η φετινή Ρωσία είχε πιθανότητες να κοντράρει τους Αμερικανούς, αφού συνδύαζε αθλητικά προσόντα με κοφτερό μυαλό και στρατηγική.

Αποδείχθηκε, όμως, ότι υστερούσε σε χαρακτήρα. Η απόδοση παικτών όπως ο Κιριλένκο και ο Σβεντ στον ημιτελικό με τους Ισπανούς ήταν μία δυσάρεστη έκπληξη.

Εδώ που τα λέμε, βέβαια, ο ίδιος πυρήνας παικτών ήταν που διέπραξε την ιστορική αυτοχειρία της Κωνσταντινούπολης. Ας τους έχουν καλά οι θεοί του μπάσκετ!

Ο -απολαυστικός όπως και ο αντίστοιχος του Πεκίνου- τελικός υπενθύμισε δύο πράγματα.

Πρώτον, ότι πρέπει να πλένουν το στόμα τους με απορρυπαντικό όσοι πιάνουν στα χείλη επί ματαίω την ονειρεμένη ομάδα του 1992. Η φετινή Team USA μπορεί να είχε εξωγήινο ταλέντο, αλλά έκρυβε στα βάθη της ύπαρξής της μία αφελή ομάδα αλάνας, γαλουχημένη με λογική αγώνων επίδειξης και ανοιχτού γηπέδου. Με εξαίρεση ίσως τον Κρις Πολ, όποιος ήθελε έκανε ό,τι του κατέβαινε στο κεφάλι, όχι μόνο στον τελικό αλλά και στα προηγούμενα παιχνίδια. Από πλευράς τακτικής, οι Ισπανοί τους πήραν τα σώβρακα. Με λίγη τύχη, θα τους έπαιρναν και το χρυσό μετάλλιο.

Δεύτερον, ότι η Ισπανία είναι η καλύτερη ομάδα που αναδείχθηκε από το ευρωπαϊκό μπάσκετ τα τελευταία 25 χρόνια – ίσως και πριν από αυτά. Σε δύο συνεχόμενους Ολυμπιακούς τελικούς, κοίταξαν στα μάτια τους σούπερμεν από τις ΗΠΑ και απείλησαν να μετατρέψουν σε οδυνηρή για το ΝΒΑ πραγματικότητα το τρελό τους όνειρο. Είναι η μοναδική ευρωπαϊκή ομάδα που δικαιούται να φεύγει μουτρωμένη από το γήπεδο όταν χάνει από τους Αμερικανούς. Οι έξαλλοι –στα όρια της γελοιότητας- πανηγυρισμοί των παικτών του Σιζέφσκι αποτελούν αστραφτερό γαλόνι για τους Ισπανούς.

Μελετώντας το Ολυμπιακό τουρνουά εκ των υστέρων και προσπερνώντας τη μελαγχολία του Καράκας, νομίζω ότι η Εθνική μας θα διεκδικούσε μετάλλιο, χάλκινο ου μην και ασημένιο.

Μπορεί να το κατακτούσε κιόλας. Εκτός των ΗΠΑ και της σημερινής Ισπανίας, δεν είδα στο Λονδίνο άλλη ομάδα ικανή να προξενήσει τρόμο στη δική μας. Περισσότερο θα μας βασάνιζαν τα φαντάσματα από το παρελθόν (απέναντι λ.χ. στην Ισπανία ή στην Αργεντινή), παρά οι ίδιοι οι αντίπαλοι.

Με εξαίρεση τη Ρωσία και αφήνοντας κατά μέρος τους αχτύπητους (έστω και με μπάσκετ παιδικής χαράς) Αμερικανούς, οι άλλες ομάδες «αιχμής» παρουσιάστηκαν κατώτερες από τις αντίστοιχες του Πεκίνου. Η Ισπανία έσωσε στο τέλος την παρτίδα των εντυπώσεων. Η Λιθουανία ήταν –τηρουμένων των αναλογιών- η χειρότερη απ’όλες.

Μας κατέστρεψε, όμως, εκείνος ο Νταγκουντούρο – και το κακό μας το μυαλό. Η ενδόμυχη επιθυμία μου για διάκριση των Νιγηριανών στο Λονδίνο (πρόκριση στα προημιτελικά, ας πούμε) έπεσε στο κενό.

Οι Αφρικανοί πέρασαν απαρατήρητοι στο Ολυμπιακό τουρνουά. Η Ελλάδα, αν μη τι άλλο, θα έκανε θόρυβο.

Τελειώνοντας αυτό το κείμενο, σκέφτομαι τους Ρώσους να σκαρφαλώνουν πανευτυχείς στο βάθρο και σκάω από τη ζήλεια. «Δεν είναι καλύτεροι από εμάς», πάει να γράψει το χέρι.

Μισό λεπτό, όμως.

Έχουμε εμείς παίκτη-ορχήστρα, πιστό μάλιστα στο εθνικό καθήκον, σαν τον πυρηνικό επιστήμονα Κιριλένκο;

Έχουμε φόργουορντ που να συνδυάζει αμυντικές ικανότητες μέγγενης, πάσα πλέι-μέικερ και καλό τρίποντο, όπως ο Χριάπα;

Έχουμε γκαρντ με τα αθλητικά προσόντα και σπάνια επαφή με το καλάθι και άγνοια κινδύνου, όπως ο Σβεντ;

Έχουμε σέντερ δυναμίτη σαν τον οδοστρωτήρα Μαζγκόφ;

Έχουμε μήπως σουτέρ «φονιά» σαν τον Φρίτζον και τον μετρ της τελευταίας στιγμής Μόνια;

Έχουμε πλέι-μέικερ με μπόι 2μ06 σαν τον Πανκρασόφ;

Έχουμε ψηλό με τα μούσκουλα, το κορμί αλλά και τη σβελτάδα του Κάουν;

Ακόμα και ο 9ος παίκτης της Εθνικής Ρωσίας και της ΤΣΣΚΑ (ο εσχάτως τραυματισμένος Βοροντσέβιτς) θα ήταν ανεκτίμητης αξίας εργαλείο στην Εθνική μας, εάν είχε ελληνικό διαβατήριο.

Οσο δυσάρεστος και αν ακούγεται αυτός ο αφορισμός, η βιτρίνα του ελληνικού μπάσκετ δεν αντέχει σε σύγκριση ένας προς έναν ούτε με τους Ρώσους ούτε με τους Ισπανούς ούτε με τους Γάλλους ούτε με τη βασική πεντάδα των Αργεντινών ούτε με τους Λιθουανούς ούτε καν με τους Βραζιλιάνους ή τους Σέρβους ή τους Σλοβένους. Σε έμψυχο δυναμικό, υστερούμε.

Έχουμε όμως ομάδα, συχνά ανώτερη από όλους αυτούς. Έχουμε στρατηγική, έχουμε χημεία, έχουμε στοχοπροσήλωση, έχουμε τακτική, έχουμε φιλοσοφία, έχουμε άμυνα, έχουμε ταχύτητα σκέψης και αντίδρασης. Όταν ευνόησε η συζυγία των πλανητών, νικήσαμε ακόμα και τα αμερικανάκια με αυτά τα προσόντα.

Αποτύχαμε όταν εγκαταλείψαμε τα στοιχεία που μας έφεραν στην κορυφογραμμή και προσπαθήσαμε να λανσάρουμε ένα άγνωστο μοντέλο, μολονότι δεν υπήρχε χρόνος για να το αφομοιώσει η ομάδα και να το κάνει κτήμα της.

Όπως μου έλεγε χθες ένας από τους κορυφαίους Έλληνες προπονητές (και ελπίζω να του συγχωρήσετε τον βαρβαρισμό), «πήγαμε να νικήσουμε τους μαύρους με μαύρικο μπάσκετ».

Ελπίζω ότι το πάθημα θα γίνει μάθημα. Αύριο αρχίζει μία καινούρια σεζόν, με κορύφωση το Ευρωμπάσκετ του 2013 στη Σλοβενία.

Εάν εκεί η Εθνική Ελλάδας φορέσει τη σωστή φανέλα, όπως τη φόρεσε πέρυσι στη Λιθουανία, θα διακριθεί. Εάν προσπαθήσει να νικήσει π.χ. τους Ισπανούς στο δικό τους παιχνίδι, θα φύγει πάλι μουτρωμένη.

Πηγή: gazzetta.gr